Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΑΣΥΛΟ


Υπάρχει μια θεσμική νομοθετική ρύθμιση που προσπαθεί να παρουσιάσει τους χώρους σπουδών ως αποστειρωμένους από τις επεμβάσεις του κράτους και των μηχανισμών του, ώστε να γίνεται «ελεύθερα η διακίνηση ιδεών και να προστατεύεται η έρευνα και η διδασκαλία από αυθαίρετες επεμβάσεις της Πολιτείας».


Έτσι, σύμφωνα με αυτή τη ρύθμιση δεν είναι δυνατό να επέμβουν ή να παραβρίσκονται οι μηχανισμοί του κράτους ή μέλη αυτών των μηχανισμών στους πανεπιστημιακούς χώρους. Εννοείται πως αυτό αφορά τις ένστολες ή συγκαλυμμένες (undercover) κατασταλτικές δυνάμεις.

Για ένα δημοκράτη, αμεσοδημοκράτη, αριστερό ή κομμουνιστή αυτή η διατύπωση γίνεται το ευαγγέλιο της υποστήριξης δικαιωμάτων.

Έτσι, στη βάση της αρχής της υπεράσπισης της δημοκρατίας, η κατάληψη ενός πανεπιστημιακού χώρου είναι μια πράξη θεμιτή. Αρκεί να υπάρχει σεβασμός στο χώρο και να τηρούνται οι κανόνες που ορίζει το ίδρυμα, λένε διάφοροι. (Αυτό βέβαια έχει οδηγήσει τη φοιτητική «νομενκλατούρα» να καταφεύγει σε κάποιες κατ’ επίφαση καταλήψεις, οι οποίες στην πράξη είναι ...παραστάσεις [από το παρίσταμαι =δίνω το παρόν] σε κάποιους χώρους, ή παραμονές για διανυκτέρευση ή διημέρευση χωρίς να διαταράσσεται το πνεύμα ή η λειτουργία του χώρου και των τμημάτων εκ- παίδευσης).

Σε ό,τι αφορά το είδος του «σεβασμού», αυτό αποδείχθηκε περίτρανα το Νοέμβρη του 1973. Και είναι πασίγνωστο πως αυτοί που επέδειξαν έλλειψη «σεβασμού» ήταν οι κρατιστές κι όχι οι εξεγερμένοι. Πράγμα που απέδειξε πως όταν δεν αίρεται το άσυλο τότε παραβιάζεται. Γιατί κανένα κράτος, κανένας εξουσιαστής ή καπιταλιστής δεν έδωσε όπλα και μέσα στους αγωνιζόμενους και τους καταπιεσμένους για να καταλυθεί το καταπιεστικό κι εκμεταλλευτικό σύστημα που έχουν εγκαθιδρύσει.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια, το λεγόμενο άσυλο έχει «καταλυθεί» πολλές φορές και με διάφορα προσχήματα (όπως το 1985 μετά τη δολοφονία του Μ. Καλτεζά από τον μπάτσο - δολοφόνο Μελίστα, το 1991 με τον εμπρησμό της πρυτανείας από τα δακρυγόνα των ΜΑΤ ή με τα εξεγερτικά γεγονότα του Νοέμβρη 1995, όπου το πρόσχημα των εισβολέων ήταν η δήθεν διάπραξη κακουργημάτων από τους εξεγερμένους. Έχουν, επίσης, υπάρξει βαρειά τραυματισμένοι από σφαίρες μπάτσων, ενώ βρίσκονταν στα χώρο του Πολυτεχνείου—1980— ενώ νωποί είναι και οι περσινοί πυροβολισμοί των μπάτσων οδηγών εναντίον συντρόφων, επίσης στο Πολυτεχνείο.

Συνεπώς η κατοχύρωση του ασύλου είναι ένα πρόσχημα. Οι φόβοι που καλλιεργούνται για την δήθεν επικείμενη κατάργησή του συντηρούν ένα μύθο, καλλιεργούν αυταπάτες και προσπαθούν να ευνουχίσουν συγκρουσιακές πρακτικές..

Πόσες φορές ακούστηκε πως οι συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, που ξεσπούν μετά από την κατάληψη ενός πανεπιστημιακού χώρου, υπονομεύουν την ύπαρξη του πανεπιστημιακού ασύλου; Αυτό το παραμύθι θα συνεχίζει να ακούγεται. Ας αναρωτηθεί όμως κάποιος πάνω στο πολύ απλό γεγονός: Αφού έχουν γίνει τόσες και τόσες συγκρούσεις μέσα από πανεπιστημιακούς χώρους πώς και διατηρείται το «άσυλο»;

Η απάντηση βρίσκεται στο απλό γεγονός πως κανείς δεν καταργεί ένα θεσμό που χρησιμοποιείται προσχηματικά. Ακόμα κι αν βρεθεί κάποτε το κράτος στην ανάγκη να καταργήσει ένα τέτοιο θεσμό, είναι βέβαιο πως θα προσπαθήσει να τον αντικαταστήσει με κάποιο άλλο.

Άλλωστε μια εξέγερση και μια σύγκρουση, δεν γίνεται με νομικούς όρους και παραχωρήσεις από τους εξουσιαστές. Εννοείται πως οι συγκρουόμενοι και οι εξεγερμένοι δεν χρειάζονται την προστασία κάποιου νόμου για να εξεγερθούν ή να καταλάβουν κάποιο χώρο. Κι αυτό έχει αποδειχτεί πολλές φορές στην πράξη. Το καλύτερο «άσυλο» είναι η ορμή, το εξεγερτικό πνεύμα και η αποφασιστικότητα των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Όσο για τα κτίρια, όλα έχουν την χρησιμότητά τους, είτε είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά. Τα κτίρια είναι σταθερά οδοφράγματα γι’ αυτό και επιλέγονται ως χώροι δράσης των αγωνιζόμενων κι όχι γιατί υποτίθεται πως τους καλύπτουν οι οποιοιδήποτε νόμοι. Ομολογουμένως θα περιέπιπτε στον απόλυτο χλευασμό των ανθρώπων, εάν κάποιος επιχειρούσε να ισχυριστεί δειλία σ’ όσους χρησιμοποιούν ένα φυσικό ή κατασκευασμένο σταθερό οδόφραγμα, που τους επιτρέπει να αντιμετωπίσουν τις κατασταλτικές δυνάμεις του κράτους.

Η νοηματοδότηση, η χωροταξική θέση και η κοινωνική σημασία για τους αγωνιζόμενους είναι που οδηγεί στη χρησιμοποίηση ορισμένων χώρων για δράση ενάντια στο κράτος, τους σχεδιασμούς του και τα όργανά του, που σπεύδουν να επιβάλουν την τάξη και την υποταγή.

Έχει ειπωθεί (και σίγουρα θα υπάρξει μια επανάληψη με στεντόρειες φωνές) πως τέτοιες απόψεις «ρίχνουν νερό στο μύλο που επεξεργάζεται την (νομοθετική) κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου». Αλλά όμως το ζήτημα δεν είναι νομοθετικό, ούτε και μπορεί να γίνεται συζήτηση σε μια τέτοια βάση όταν προοπτική της δράσης, είναι η κοινωνική απελευθέρωση και η καταστροφή του κράτους και των θεσμών-μηχανισμών του.

Και κάτι σημαντικό. Όποιος δραστηριοποιείται με την κάλυψη των νόμων, τότε είναι βέβαιο πως δεν αγωνίζεται αλλά ...διαπραγματεύεται. Όταν το κράτος παραχωρεί δικαιώματα για την ανάπτυξη «αγώνων» τότε κατασκευάζει αντιπολιτευτικές δυνάμεις, που έτσι κι αλλιώς δεν σκοπεύουν να υπονομεύσουν το σύστημα αλλά ενεργοποιούνται μέσα στα πλαίσια που αυτό έχει καθορίσει και εννοείται προς την κατεύθυνση της βελτίωσής του. Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των όρων καταπίεσης, εκμετάλλευσης, υποταγής και καταστολής του κόσμου.

Ποια είναι η εσωτερική «λογική» της ύπαρξης του Πανεπιστημιακού «ασύλου»;

Το πανεπιστημιακό άσυλο σαν διατύπωση δεν πρόκειται να καταργηθεί τουλάχιστον στο άμεσο διάστημα, γιατί αποτελεί ένα δημοκρατικό άλλοθι. Μπορεί όμως να «συρρικνωθεί». Αυτό σημαίνει πως επιδίωξη του («επανιδρυόμενου») κράτους είναι τα μέτρα και τα μέσα έλεγχου και καταστολής, προς όσους βρίσκονται σε πανεπιστημιακούς χώρους, να αυξηθούν και να ενταθούν. Έτσι μπορεί να μην επεμβαίνει η «δημόσια αρχή», αλλά μπορεί να αντικαθίσταται από μηχανισμούς και θεσμούς στους οποίους θα προΐστανται οι πανεπιστημιακές αρχές με άτυπους ή νομιμοποιημένους σεκιουριτάδες και διάφορα μέτρα καταστολής και αποτροπής κοινωνικών δραστηριοποιήσεων και συγκρούσεων. Ενώ, παράλληλα, θα διατηρείται το άλλοθι («άσυλο») και θα υπάρχει ευελιξία στην εξαπάτηση.

Ποια λοιπόν προσήλωση στο πανεπιστημιακό (αλλά και σε κάθε «άσυλο») μπορεί να υπάρχει από μέρους όσων αγωνίζονται για ένα καλύτερο κόσμο, για τον κόσμο της ελευθερίας και της δικαιοσύνης χωρίς κράτη, αφεντικά, καταπίεση κι εκμετάλλευση;

Αλλά η υποκρισία για τη δήθεν μη επέμβαση στους πανεπιστημιακούς χώρους δε σχετίζεται με την κατά κόρον κατάργηση του «ασύλου» από το κράτος και τις διάφορες συγκλήτους. Η υποκρισία, βρίσκεται στο ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΩΣ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ, ΕΝΑ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΠΟΥ ΑΥΤΟ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ.

Το κράτος λοιπόν θεσμοθέτησε το άσυλο για να προστατεύσει όσους βρίσκονται στους πανεπιστημιακούς χώρους από τον εαυτό του; Όχι βέβαια, αφού στην πρώτη δυσκολία δεν δίστασε καθόλου να εισβάλει σ’ αυτούς. Συνεπώς πρόκειται ή για ένα μέσο εξαπάτησης ή για ένα μέσο που καθορίζει τις όποιες δραστηριότητες μέσα στα πλαίσια του συστήματος. Άρα ...τζίφος όλες οι κραυγές για την υπεράσπισή του. Αλλά μήπως όλοι όσοι ανήκουν στη φοιτητική «νομενκλατούρα» δεν αποδεικνύουν αυτό ακριβώς, όταν ζητούν να μην γίνονται συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, ενώ καταστέλλουν άλλους φοιτητές με διάφορα τεχνάσματα αλλά και με πιο πιεστικούς τρόπους;

Γιατί εδώ υπάρχει ένα τεράστιου μεγέθους ψέμα. Αυτό που προβάλλουν για δήθεν χρησιμοποίηση των πανεπιστημιακών χώρων από τους αναρχικούς «ώστε να βγάζουν το «άχτι» τους προς το κράτος στις πλάτες των φοιτητών». «Ξεχνούν» πως, (από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις μέχρι και το απώτερο παρελθόν), φοιτητές εργαζόμενοι και νεολαίοι, αριστεριστές και μη, βρέθηκαν μέσα σε πανεπιστημιακούς χώρους και αντιμετώπισαν μαζί με τους αναρχικούς τις δυνάμεις καταστολής. Όταν, λοιπόν, από τις συγκρούσεις στις οποίες συμμετείχαν εκτός από τους αναρχικούς και πολλοί ακόμα άνθρωποι, «αφαιρούν» όλους τους υπόλοιπους, τότε προσπαθούν να ευνουχίσουν την πραγματικότητα για να επιβάλλουν επί πλέον κατασταλτικούς όρους και συνθήκες με την ανοχή όλων αυτών τους οποίους «αφαιρούν», αλλά και πολλών ακόμη ανθρώπων που κινδυνεύουν να πέσουν ή πέφτουν στις παγίδες της παραπληροφόρησης.

Οι συγκρούσεις με το κράτος και τα όργανά του μέσα από την ανάπτυξη της πολύμορφης δράσης δεν είναι κάποιου είδους εφεύρημα. Είναι η πραγματικότητα των κοινωνικών αγώνων. Οι αναρχικοί βρίσκονται στο πλευρό των αγωνιζόμενων ανθρώπων χωρίς να ταυτίζονται με τις απόψεις ή τα όποια αιτήματα προβάλλονται. Έτσι και στην παρούσα κατάσταση σκοπός των αναρχικών δεν είναι να γίνουν ...καλύτερα πανεπιστήμια, γιατί καλύτερα πανεπιστήμια σημαίνει ισχυρό κράτος και συνεπώς περισσότερα δεινά για τους ανθρώπους.

Επιδίωξη είναι να αναδειχτεί η κοινωνική σύνθεση πάνω στην αντίθεση προς το κράτος και τις εκάστοτε επιλογές του. Κάθε τέτοια σύνθεση προωθεί την σύγκρουση ως απαραίτητη και λειτουργική συνθήκη αυτού που ονομάζεται κοινωνικός αγώνας. Η σύγκρουση είναι που ξεμασκαρεύει το κράτος, τα όργανά του και τους διαμεσολαβητές, που προσπαθούν να κατασκευάσουν εικόνες και ψευτοκαταστάσεις κοινωνικής ειρήνης, επιδιώκοντας τη διαρκή αφομοίωση στο σύστημα και τις διαδικασίες του, όλων όσων βρίσκονται στους πανεπιστημιακούς χώρους.

Σκοπός των αναρχικών είναι η καταστροφή του κράτους και των θεσμών μηχανισμών του. Αλληλεγγύη στους αγωνιζόμενους είναι η ανάδειξη πρακτικών, απόψεων και θεωρήσεων που αποδεσμεύουν την ανθρωπινότητα και φέρνουν ξανά στην επιφάνεια το πάθος και την ανυπόταχτη στάση απέναντι στην καταπίεση κι εκμετάλλευση.

Έτσι και το ψευδεπίγραφο αίτημα της μη κατάργησης του «ασύλου» είναι αδιάφορο από κοινωνική σκοπιά. Αν έχει κάποια σημασία η προβολή που υπήρξε στο παρελθόν για το (ξεχασμένο) κοινωνικό «άσυλο», είναι πως το βαθμό που γίνεται αποδεκτή η παρουσία και δράση στους πανεπιστημιακούς χώρους όσων αγωνίζονται (φοιτητές, εργαζόμενοι, αναρχικοί, νεολαίοι κλπ) με όλα τα μέσα, τότε στην ουσία προπαγανδίζεται αυτό που ήδη είναι μια πραγματικότητα, η οποία έχει αναδειχτεί μέσα από την μακρόχρονη και πολύμορφη κοινωνική δράση των ανθρώπων.

(Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 52, Καλοκαίρι 2006)