Κυριακή 15 Μαΐου 2011

ΑΚΡΙΒΕΙΑ ή πώς συντηρούνται οι συνθήκες καταπίεσης κι εκμετάλλευσης


Με τον όρο ακρίβεια συνήθως γίνεται αναφορά στην άνοδο των τιμών ειδών απαραίτητων για την κάλυψη των άμεσων αναγκών των ανθρώπων. Οι διάφοροι «ειδικοί» επί των οικονομικών ζητημάτων, την μετρούν με διάφορα ποσοστά. Αλλά, η πλέον σίγουρη μέτρηση γίνεται από τους ίδιους τους ανθρώπους μέσα από την καθημερινή επαφή με τα μαγαζιά, που πουλούν είδη άμεσης ανάγκης.

Όταν τα διάφορα παπαγαλάκια της εξουσίας αρχίζουν να μιλούν συνέχεια για την ακρίβεια, αυτό σημαίνει πως η όποια σχέση ανάμεσα στους μισθούς και στην ποσότητα ειδών άμεσης ανάγκης που απαιτούνται για την συντήρηση και επιβίωση των ανθρώπων έχει διαταραχτεί έντονα. Που σημαίνει πως η ποσότητα των ειδών αυτών γίνεται μικρότερη απέναντι στο ίδιο ποσό χρημάτων. Οι επιπτώσεις είναι γνωστές και δεδομένες και δεν χρειάζονται παραπέρα εξήγηση. Η ακρίβεια είναι ένα «φαινόμενο» που άλλοτε είναι περιορισμένο κι άλλοτε εκτείνεται, όχι μόνο σε πολλά είδη αλλά και σε πολλά κράτη. Ούτως ή άλλως έχουμε να κάνουμε με ένα παγκόσμιο «φαινόμενο».

Η τιμή ενός προϊόντος αποτελεί ένα μέσο για την συντήρηση των συνθηκών δουλείας. Οι αυταπάτες που κατασκευάζονται στους καταπιεζόμενους κι εκμεταλλευόμενους ανθρώπους με τους μισθούς και τις κατά περιόδους αυξήσεις που δίνονται, γκρεμίζονται μέσα από τις συνεχείς τιμολογήσεις και ανατιμολογήσεις των διαφόρων ειδών. Ο τιμές των προϊόντων και οι μισθοί έχουν ένα κοινό παρανομαστή: τη διατήρηση των συνθηκών σκλαβιάς.


Η σχέση ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο αναπτύσσεται με πολύπλοκους τρόπους διαχωρισμού και κατηγοριοποιήσεων μέσα στην κοινωνία, που αφορά τόσο τις ειδικότητες των μισθοδοτούμενων σκλάβων και τις μισθολογικές τους αξιολογήσεις, όσο και τις διαβαθμίσεις για το πέρασμα από την μία κοινωνική στρωματοποίηση-κατηγορία σε μία άλλη. Πρόκειται για μία διαδικασία απομάκρυνσης ή πλαισίωσης και συνταύτισης με τα κυρίαρχα κομμάτια της καταπίεσης κι εκμετάλλευσης. Η τιμή, λοιπόν, είναι μια συνάρτηση πολλών παραγόντων.

Μέσα από τις πολύπλοκες διαδικασίες της αγοράς και των τιμών προσπαθούν να συγκαλυφθούν οι συνθήκες σκλαβιάς αφού καλλιεργούνται ψευδαισθήσεις ανεξαρτησίας και προσδοκίες για οικονομική ευμάρεια. Οι τελευταίες, υλοποιούνται μόνο ως προς ένα περιορισμένο αριθμό ατόμων, το οποίο αφού συνταχθεί ολοκληρωτικά με την πλευρά της κυριαρχίας αποτελεί, πλέον, τμήμα της μέσα στο πλαίσιο των ιεραρχικών δομών και σχέσεων.

Η τιμή ενός προϊόντος είναι ένας τρόπος για να αποκομίζουν κέρδη όχι μόνο οι μεγάλες εταιρείες, αλλά και οι κάθε είδους κεφαλαιούχοι. Είναι, ένα μέσο αναδιανομής των κερδών ανάμεσα στις διάφορες μερίδες εξουσίας. Είναι, τα λάφυρα ενός αδιάκοπου πολέμου που συνεχίζεται ανάμεσα στις διάφορες μερίδες της κυριαρχίας κι εκμετάλλευσης.

Αλλά αυτός δεν είναι ο μοναδικός ρόλος της. Ένα μέρος της τιμής χρησιμεύει για τη συντήρηση του υπερμεγέθους πλέγματος των ενδιάμεσων, που χρειάζεται το σύστημα καταπίεσης κι εκμετάλλευσης για να διακλαδωθεί κοινωνικά και να στηριχτεί. Ακόμα και οι κινήσεις φιλανθρωπίας κι ευαισθησίας απέναντι στη φτώχεια και τη μείωση του «εισοδήματος», όπως λ.χ. οι επιδοτήσεις σε διάφορα είδη ή προς κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις εντάσσονται στη διαδικασία αναδιανομής του όγκου των κερδών. Κατά συνέπεια, το κέρδος και η κερδοσκοπία αποτελούν αδιαχώριστα συστατικά του συστήματος.

Ο μισθός, η τιμή και το κέρδος αποτελούν, λοιπόν, αναπόσπαστα στοιχεία του συστήματος καταπίεσης κι εκμετάλλευσης των ανθρώπων κι όσοι επιδιώκουν την ορθολογικοποίησή τους, ουσιαστικά έχουν διαλέξει στρατόπεδο. Κι αυτό, σίγουρα, δεν είναι της ατομικής και κοινωνικής απελευθέρωσης.

Όλη η φιλολογία, (γιατί περί φιλολογίας πρόκειται), σχετικά με την κερδοσκοπία και τις συνέπειές της δεν έχει κάποια ουσιαστική βάση. Αντίθετα, με την μετατόπιση του ζητήματος στην «κερδοσκοπία», γίνεται ένα είδος ανοιχτού καλέσματος στην ανανέωση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας στο «νόμιμο» κέρδος. Εδώ όμως είναι που αρχίζει όλο αυτό το χαοτικό σύμπλεγμα, από το οποίο οποιοσδήποτε προσπαθήσει να βγάλει κάποια άκρη θα μπερδευτεί για τα καλά.

Εδώ είναι που παίζει σημαντικότατο ρόλο η πολιτική. Αυτή η βαθειά εξουσιαστική μεθοδολογία μπορεί να επιτυγχάνει με διάφορες τεχνικές την εξαπάτηση του κόσμου. Μία συνηθισμένη τεχνική είναι να προβάλλεται ένα ζήτημα και ταυτόχρονα να αποκόβεται η σχέση του με όσα συνδέεται άμεσα και ουσιαστικά. Στη συνέχεια να φορτώνονται σ’ αυτό το ζήτημα μύρια όσα δεινά, που δήθεν προέρχονται απ’ αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τη λεγόμενη κερδοσκοπία. Αφού την αναδεικνύουν σαν το μέγιστο κακό στη συνέχεια ζητούν να καταπολεμηθεί. Έτσι, στο όνομα της καταπολέμησης της αισχροκέρδειας αποθεώνεται η νόμιμη κερδοφορία. Το ξεζούμισμα των μισθωτών σκλάβων ανακηρύσσεται έτσι σε κοινωνικά καταξιωμένη κατάσταση.

Οι νεοδημοκράτες διαχειριστές των κρατικών υποθέσεων, προαναγγέλλουν διάφορες «δέσμες μέτρων» για την πάταξη αυτού του «φαινομένου» καθώς και την αποστολή ελεγκτών στην αγορά. Όλοι όμως γνωρίζουμε πως όλα αυτά είναι «στάχτη στα μάτια» του κόσμου, αφού ο πόλεμος «ενάντια στην κερδοσκοπία» είναι προδιαγεγραμμένα αποτυχημένος.

Οι αριστεροί όλων των αποχρώσεων, όμως, έχουν βρει την απάντηση κι έχουν πάντα έτοιμες τις «λύσεις» για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα. «Φταίει το καπιταλιστικό σύστημα», λένε, «φταίει η κυβέρνηση που στηρίζει τις επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου και των κερδοσκόπων». Όπως είναι αναμενόμενο, προτάσσουν την άνοδο στην κυβέρνηση της αριστεράς, που θα λύσει τα προβλήματα.

Όλα αυτά βέβαια καταλήγουν να είναι ανιστόρητες και εξωπραγματικές θέσεις με τις οποίες επιχειρούν να παραπλανήσουν τον κόσμο και να προσελκύσουν την προσοχή των ανθρώπων με σκοπό να τους εγκλωβίσουν στις δικές τους εξουσιαστικές επιλογές. Με τέτοιους τρόπους έχουν κατορθώσει σε πολλές περιπτώσεις να αποσυμπιέσουν την κοινωνική οργή, αποτρέποντας τον μετασχηματισμό της σε ανταρσία.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση, προαναγγέλλουν και προπαγανδίζουν διάφορες «λύσεις», που όμως είναι η επιστροφή σε προηγούμενα καθεστώτα εξαπάτησης και χειραγώγησης των καταπιεσμένων κι εκμεταλλευόμενων ανθρώπων, όπως αυτό της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (ΑΤΑ), λες και δεν ξέρουν πως όλα αυτά αποτελούσαν συγκεκριμένες επιλογές της κυριαρχίας μέχρι να κατευναστεί ένα μέρος της ανταγωνιστικής κινητικότητας, που υπήρχε στον κοινωνικό χώρο και να μετασχηματιστούν οι πελατειακές σχέσεις στο πολιτικό επίπεδο.

Εργατικοί έλεγχοι, κοινωνικοί έλεγχοι και άλλες ασυναρτησίες, για διαφάνειες σε επιχειρήσεις του δημοσίου ή για σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων εκτοξεύονται, παρ’ όλο που δεν μπορούν να σταθούν όχι μόνο σαν μέτρα, αλλά ούτε και σαν ημίμετρα.

Είναι μια επαναλαμβανόμενη φτηνή αντικαπιταλιστική προπαγάνδα που προσπαθεί να προσεταιριστεί την απελπισία και την οργή των ανθρώπων. Αυτοί οι δήθεν πολέμιοι του καπιταλισμού δεν τολμούν να θίξουν μια από τις σημαντικές πτυχές του, που είναι το κέρδος, απλώς θέλουν να το διευθετήσουν. Κι εννοείται πως αυτοί θα αναδειχθούν ως ικανοί διαχειριστές. Έτσι δείχνουν πως παραμένουν στηρίγματα του καθεστώτος καταπίεσης κι εκμετάλλευσης, αφού τα μέτρα που προτείνουν στην ουσία βοηθούν το σύστημα να απονευρώνει τις κοινωνικές αντιδράσεις. Ο αντικαπιταλισμός πάει περίπατο, γιατί τον παρουσιάζουν σαν κακό μόνο και μόνο επειδή δεν διαχειρίζονται αυτοί τις υποθέσεις του.

Άλλωστε, οι αριστεροί με την μαρξιστική ή την σοσιαλιστική προβιά τους έχουν αποδείξει τα αντικοινωνικά τους αισθήματα με τα μέτρα, που έχουν πάρει από την εποχή της απελευθέρωσης από την γερμανική κατοχή, το 1944, μέχρι σήμερα, όσες φορές τους ανατέθηκε από την κυριαρχία να διαχειριστούν τις υποθέσεις της.

Μέσα από την απέραντη φλυαρία, τα μισόλογα, απέραντες συζητήσεις, καλέσματα σε αντίσταση, αλλά και «ευαισθησίες» διατυπώνονται, όπως πάντα, μισές αλήθειες και μεγάλα ψέματα. Το σίγουρο, πάντως, είναι πως αυτή η ραγδαία αύξηση των τιμών, ιδιαίτερα στους μήνες που έχουν περάσει δεν είναι ένα αποκομμένο περιστατικό. Εντάσσεται στην έξαρση του παγκόσμιου οικονομικού πολέμου.

Ενός πολέμου, ο οποίος, όπως και αυτός που πραγματοποιείται με στρατιωτικά μέσα, επιφέρει απώλειες ανάμεσα στους ανθρώπους, τους οποίους εξουσιάζουν τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Ενός πολέμου, που λόγω της παγκοσμιοποίησής του τείνει στην γενίκευση της καταστροφής ανθρώπων και πραγμάτων και του πλανήτη πιο συγκεκριμένα.

Έτσι είναι συνηθισμένο φαινόμενο να γίνεται αναφορά σε υπερκέρδη χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί από την παγκόσμια κυριαρχία, μετά την ενοποίηση των στόχων του ανατολικού και δυτικού της μπλοκ.

Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση που με επίταση προβάλλεται, ο ελεύθερος ανταγωνισμός σε μια ελεύθερη αγορά δεν μπορούσε να έχει διαφορετικά αποτελέσματα. Αν αυτή τη στιγμή το κύριο βάρος της ακρίβειας εντοπίζεται στα κράτη της Ευρώπης, η δυστυχία που απλώνεται στον πλανήτη είναι απερίγραπτη.

Την ίδια στιγμή η λεηλασία συνεχίζεται με τα βιοκαύσιμα, κάτι που δεν είναι άσχετο με την αύξηση των τιμών και την επέλαση των εκμεταλλευτών. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες είναι τελείως ανεδαφικό να υπάρξει ο όποιος κρατικός παρεμβατισμός. Συνεπώς, οι εκκλήσεις και οι επικλήσεις για τέτοιας μορφής παρεμβάσεις είναι πολιτική προπαγάνδα και μάλιστα φτηνή.

Είπαμε, ότι η ακρίβεια είναι μέρος του πολέμου στον οποίον έχουν αποδυθεί οι κυρίαρχοι. Ενός πολέμου καταστροφικού. Οι άνθρωποι που βρίσκονται εξαναγκαστικά σ’ αυτό τον πόλεμο έχουν να διαλέξουν την πλήρη υποταγή και τον καθημερινό σφαγιασμό τους ή την αντίσταση. Μία συγκεκριμένη μορφή αντίστασης είναι το σαμποτάζ.

Η αφαίρεση ειδών άμεσης ανάγκης από μεγαλοκαταστήματα και η διανομή τους στους ανθρώπους είναι κατ’ αρχήν μια πράξη αντίστασης. Είναι μια έμπρακτη έκφραση κοινωνικής αλληλεγγύης, που δεν θα μπορούσε να έχει σχέση με οποιαδήποτε μορφής φιλανθρωπία. Είναι μια απευθείας επίθεση σ’ αυτούς που κατέχουν και διαχειρίζονται τα απαραίτητα για την επιβίωση των ανθρώπων αγαθά. Είναι μια πράξη που έχει τη δυνατότητα να ξεπερνά τις όποιες πολιτικές σκοπιμότητες, χωρίς να επιζητά την καταξίωση.

Με την διανομή στον κόσμο ειδών άμεσης ανάγκης εκείνο που επιδιώκεται είναι η σύνθεση με τους υπόλοιπους ανθρώπους και το άπλωμα αυτής της πρακτικής στον κοινωνικό χώρο. Όμως το σημαντικότερο που θα μπορούσε να προκύψει είναι να αναπτύξουν οι καταπιεσμένοι κι εκμεταλλευόμενοι άνθρωποι αυτήν την πρακτική. Η γενίκευση μιας πρακτικής, που ξεπερνά την πρόσκαιρη ικανοποίηση κάποιων αναγκών είναι το ζητούμενο.

Μέσα από την συνεχή δράση είναι δυνατό να αναπτυχτούν πολύμορφες δραστηριότητες, απλές, λειτουργικές και οικειοποιήσιμες από όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους που επιθυμούν να προβάλλουν αντίσταση, στην επιθετικότητα της κυριαρχίας.

Είναι κατανοητό –και αποδειγμένο μέσα από την εμπειρία– πως ακόμα και οι συγκρουσιακές και βίαιες πρακτικές των ανθρώπων είναι εύκολο να περιχαρακωθούν από μόνες τους. όταν δεν συνδέονται κοινωνικά και δεν αποκτούν την αντικρατική δυναμική της πολύμορφης δράσης.

Η πρακτική της αφαίρεσης από πολυκαταστήματα προϊόντων, αγαθών και η διανομή του στον κόσμο δεν έρχεται να προσφέρει ανακούφιση αλλά να δείξει, να προτείνει ένα μέσο δράσης που μπορεί να φέρει κοντά τους ανθρώπους. Άλλωστε, αυτό το μέσο δράσης δεν είναι πρωτοφανέρωτο. Έχει εφαρμοστεί από τους καταπιεσμένους σε άπειρες περιπτώσεις σε όλο τον κόσμο.

Γιατί η ζωή δεν είναι μια στιγμή, ούτε τα προβλήματα των ανθρώπων ξεπερνιούνται με κάποιες πρόσκαιρες κινήσεις. Γιατί η καταπίεση κι η εκμετάλλευση παραμένουν μόνιμα και είναι σταθερά και αδιαμφισβήτητα εχθροί της ανθρωπινότητας και της ελευθερίας.

Άλλωστε, το σαμποτάζ είναι δυνατό να προκαλεί φθορές στους εχθρούς του ανθρώπινου γένους και στους σχεδιασμούς τους, αλλά δεν μπορεί να σταματήσει τον κάθε πόλεμο ούτε και να αλλάξει τις συνθήκες που υπάρχουν, ώστε να πραγματοποιηθεί η αναρχική κοινωνική επανάσταση.

(Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ φ. 74, Ιούλιος – Αύγουστος 2008)