Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2009

Εκλογές, πολιτική και αναρχία


Το κείμενο που ακολουθεί είναι καταγραφή βασικών σημείων της συζήτησης που πραγματοποιήθηκε στην Αναρχική Αρχειοθήκη Αθήνας στη 4 Ιουνίου. Η συζήτηση είχε θέμα: «Εκλογές, πολιτική και Αναρχία στον «απόηχο» της εξέγερσης του Δεκέμβρη».

Α. Η προέλευση της πολιτικής

«Διότι δε πολιτικόν ο άνθρωπος ζώον πάσης μελίττης και παντός αγελαίου ζώου μάλλον, δήλον. Ουθέν γαρ, ως φαμέν, μάτην η φύσις ποιεί»,1

Με αυτές τις λέξεις συμπυκνώνει τα συμπεράσματά του ο Αριστοτέλης για την «φυσικότητα» της πόλης και την αναγκαιότητά της για το ανθρώπινο γένος. Διότι όπως αναφέρει σε άλλο σημείο του βιβλίου του: «Από τις παραπάνω, λοιπόν, σκέψεις, γίνεται ολοφάνερο ότι η πόλη είναι μια φυσική πραγματικότητα και ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του προορισμένος να ζήσει μέσα στην πόλη (πολιτικόν ζώον). Εκείνος δε που περνά τη ζωή του έξω από την πόλη, από τη φύση του και όχι από κάποια ατυχία, είναι ανήθικος (εκφυλισμένος) ή κάτι ανώτερο από άνθρωπος».2

Μέσα από μια σειρά απλουστευμένους συλλογισμούς και θεωρώντας ως επιβράβευση των συμπερασμάτων την κυριαρχική κατάσταση, που ίσχυε στην εποχή του, προσπάθησε να την τονώσει και να τη ντύσει ιδεολογικά και φιλοσοφικά. Άλλωστε, αυτό είναι αναμενόμενο από ένα άτομο που αφιέρωσε τη ζωή του στο να ενισχύει με επιχειρήματα την κυριαρχία της εποχής του, εκπαιδεύοντας και οπλίζοντας με νοήματα πωρωμένους εξουσιαστές, όπως τον Αλέξανδρο της Μακεδονίας.

Δεν είναι σκοπός του παρόντος κειμένου να αναλύσουμε περισσότερο τους λόγους για τους οποίους ο Αριστοτέλης παραμένει στην πρώτη γραμμή των επιχειρημάτων που προβάλλουν οι κρατιστές, εδώ και περισσότερο από πεντακόσια χρόνια, προκειμένου να δικαιολογήσουν το καθεστώς τους και τις εκτρωματικές καταστάσεις, που έχουν επιβάλει στους ανθρώπους και τη φύση. Πρόκειται για ένα σύστημα θεωριών που έρχεται με αφαιρετικό τρόπο μέχρι τις μέρες μας.

Απλά θα επισημάνουμε πως όλα τα έμβια όντα που ζουν σε αγέλες δεν δρουν συμπτωματικά και τυχαία, όπως προκύπτει από το «επιχείρημα» του Αριστοτέλη, αλλά σε συγκεκριμένες σχέσεις με την πραγματικότητα που τα περιβάλλει. Η θέση με την οποία ο φυσικός χώρος του ανθρώπου είναι η πόλις δεν είναι σωστή και αυτό προκύπτει από το γεγονός πως αποσπά τον άνθρωπο από το φυσικό του περιβάλλον και το εντάσσει σ’ ένα χώρο, που τον ορίζει σαν φυσικό, την πόλη.

Εδώ, έχουμε ένα αναποδογύρισμα της πραγματικότητας, όπου το κατασκεύασμα προβάλλεται ως φυσικό και το φυσικό θεωρείται κάτι το κακό που χρήζει εξοβελισμού. Έτσι, το ξερίζωμα των ανθρώπων και ο εγκλωβισμός τους στις πόλεις, κάτω από συνθήκες καταναγκασμού, επενδύεται με την καλλιέργεια του απατηλού ισχυρισμού περί δήθεν ανωτερότητας τους απέναντι σ’ όσους δεν εντάσσονται ή δεν ανήκουν σε πόλεις. Αυτό έχει το ανάλογό του με την περίπτωση του φυλακισμένου, ο οποίος βλέποντας, μέσα από τα κάγκελα του κελιού του τον έξω κόσμο, αρχίζει να τον οικτίρει για την κατάσταση που βρίσκεται!

Κι όμως. Η ανθρωπότητα μπόρεσε να επιζήσει και να μετασχηματιστεί για εκατομμύρια χρόνια πριν κατασκευαστούν οι πόλεις που κατέληξαν, είτε με τον Α είτε με τον Β τρόπο να είναι οι χώροι φυλάκισης των ανθρώπων και το μέσο για τον θρίαμβο της εξουσίας και της κυριαρχίας. Άλλωστε, όπως αναγκάζονται να παραδεχτούν οι επιστήμονες, όλοι, δηλαδή, αυτοί που τρέφονται και στηρίζουν τα συστήματα εξουσίας, «ο πολιτισμός», που είναι συνακόλουθο της ίδρυσης των πόλεων, «αρχίζει στην καλύβα του χωρικού, αλλά μόνο στις πόλεις μπορεί να αναπτυχθεί και να ανθίσει» και ότι «εάν καταστρώναμε την απογραφή όλων των στοιχείων που συνιστούν τον πολιτισμό, θα διαπιστώναμε ότι οι γυμνοί αυτοί λαοί τα είχαν εφεύρει όλα», όσα ήταν απαραίτητα για την διαβίωσή τους.

Βέβαια, όλοι τους αναγνωρίζουν πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην κουλτούρα και τον πολιτισμό. Η μεν κουλτούρα εκφράζει την ελεύθερη ανθρώπινη δημιουργικότητα, που βρίσκεται σε αλληλεξάρτηση αλλά και σε ισορροπημένη συνύπαρξη με τη φύση, ενώ ο πολιτισμός αποσπά όλα τα δημιουργικά στοιχεία και τα εντάσσει μέσα στα όρια της πόλης και στη κατεύθυνση εξυπηρέτησης της εξουσίας. Ενοποιεί και αναμιγνύει με τη βία τις κουλτούρες που υπάρχουν και εξαναγκάζει τις ανθρώπινες οντότητες και ομάδες να υποταχτούν στα μοντέλα που προωθούν την θέληση της κυριαρχίας. Εμφανίζει την κτηνώδη υποταγή στις επιταγές της εξουσίας σαν μέγα επίτευγμα. Η βίαιη εξαναγκαστική ενοποίηση της κουλτούρας κάθε κοινότητας ξεχωριστά και πολλών μαζί οδηγεί στον εκμηδενισμό τους και στο στήσιμο του πολιτισμού.

Οι κρατιστές μπορούν να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα κομπάζοντας για το εκπολιτιστικό έργο των κατακτητικών εκστρατειών του Μακεδόνα Αλέξανδρου και των περί αυτών. Γνωρίζουν όμως πολύ καλά, όπως άλλωστε και εμείς, πως αυτός ο εκπολιτισμός λεηλάτησε και εκμηδένισε άλλους πολιτισμούς και την κουλτούρα απειράριθμων ανθρώπινων ομάδων. Η επιβολή της μακεδονικής κυριαρχίας συσσώρευσε πλούτη, έπνιξε στο αίμα και παρέδωσε στις φλόγες σημαντικό μέρος του πλανήτη και επέβαλε την κυριαρχία και τον πολιτισμό της.

Όμως, η μοίρα των πολιτισμών είναι να καταστρέφονται καθώς η κυριαρχία μεταλλάσσεται προκειμένου να ανταπεξέλθει στον διαρκή κοινωνικό ανταγωνισμό, μέρους του οποίου είναι οι κοινωνικές εξεγέρσεις και επαναστάσεις.

Είναι αναμενόμενο, αυτή η βίαιη απομάκρυνση των ανθρώπων από το φυσικό τους περιβάλλον και η εξαναγκαστική συγκέντρωσή τους σε πόλεις να συνδέεται και με την «επιβολή της τάξης». Αυτή η τάξη, ταυτίζεται συνήθως με την ησυχία των υποταγμένων, την λεγόμενη κοινωνική ειρήνη. Χωρίς να απομακρυνθούμε από αυτό το δεδομένο, θα πρέπει να τονίσουμε πως η τάξη έχει, επίσης, σχέση με την ταξινόμηση των ανθρώπων που βρίσκονται σε μια πόλη.

Αυτή η ταξινόμηση καθιερώνει διαχωρισμούς, κοινωνικές υποχρεώσεις και καθήκοντα, αλλά και διαστρωματώσεις των πληθυσμών ανάλογα με τα συμφέροντα της κυριαρχίας, που εκφράζονται από τους εκάστοτε διαχειριστές της. Κι ενώ ανέκαθεν οι υποστηρικτές της πόλης προβάλλουν τον ισχυρισμό πως μέσα σ’ αυτήν εξασφαλίζεται η ευημερία των ανθρώπων, η πραγματικότητα βρίσκεται αλλού. Γιατί εκείνο που εξασφαλίζει η πόλη είναι η διατήρηση της κυριαρχίας, αναπαράγοντας και καθιερώνοντας τις σχέσεις αλλοτρίωσης και υποταγής. Ιδιαίτερα στην εποχή που ζούμε οι πόλεις έχουν απογυμνωθεί από οποιοδήποτε επίχρισμα και αναδεικνύεται αυτό που ανέκαθεν ήταν: χώροι φυλάκισης, εγκλωβισμού και αλλοτρίωσης των ανθρώπων. Χώροι όπου πραγματώνονται οι αξιώσεις της κυριαρχίας με βάναυσο τρόπο, όπως και σε προηγούμενες περιόδους.

Ο εκθειασμός της πόλης –και του κράτους– και η ταύτιση της με την ανθρώπινη ύπαρξη στηρίζεται, όπως ήδη είπαμε στο γνωστό εξουσιαστικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο όλα κρίνονται από την κατάσταση που υπάρχει την στιγμή κατά την οποία κατασκευάζεται μία θεωρία. Με αυτό τον τρόπο σβήνονται μια σειρά συνθήκες που προηγήθηκαν και συνέτειναν στο να λοξοδρομήσει η πορεία του ανθρώπινου γένους. Έτσι, το κράτος θεωρείται δεδομένο, απαραίτητο και συνυφασμένο με την επιβίωση, τη μακροημέρευση και την ευτυχία των ανθρώπων. «Με την πάροδο του χρόνου, ο πληθυσμός ελησμόνησε την προέλευσιν της εξουσίας που ασκείται επ’ αυτού. Ο χρόνος δικαιώνει τα πάντα. Ακόμα και το προϊόν της πλέον αναισχύντου κλοπής μεταμορφώνεται, εις χείρας των απογόνων του κλέπτου, εις μίαν απαραβίαστον και ιεράν ιδιοκτησίαν. Κάθε κράτος, άρχισε με τον καταναγκασμόν, έπειτα η υπακοή έγινε ασυνείδητος και μετ’ ολίγον, ο κάθε πολίτης αισθάνεται έντονον πατριωτικήν συγκίνησιν».3

Είναι προφανές πως οι περισσότεροι θεωρητικοί του κρατισμού παραδέχονται άλλοτε με ειλικρίνεια και άλλοτε άκομψα (μέσα από περίπλοκους και αντιφατικούς συλλογισμούς) την προέλευση του κράτους. «Το κράτος είναι προϊόν της βίας και διατηρείται δια της βίας».4

Η πόλη συνεπώς είναι συνυφασμένη με τις δομημένες εξουσιαστικές σχέσεις (κράτος) οι οποίες αποσκοπούν στον έλεγχο και την χειραγώγηση ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων, για τους οποίους έχει εκλείψει η ουσιαστική σχέση της φυλής και της κοινότητας. Η όποια τυπική (επιφανειακή) διατήρησή τους δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική τους διάσταση, εφ’ όσον είτε εντάσσονται σε ένα συνολικότερο πλέγμα με κυρίαρχα τα εξουσιαστικά χαρακτηριστικά και τις αλλοτριωτικές διαδικασίες, είτε έχουν μετασχηματιστεί ή αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποτελούν απλά δείγματα μιας προγενέστερης κατάστασης. Η πλέον αποτροπιαστική εκδήλωση τέτοιων καταστάσεων είναι να διατηρούνται διάφορες «συνήθειες» (που τα ονομάζουν «ήθη», «έθιμα» και «παραδόσεις») προς τέρψιν των επισκεπτών που θα ταξιδέψουν γι’ αυτό το σκοπό και θα αφήσουν το «συνάλλαγμά» τους στους ντόπιους.

Είναι ευνόητο πως μικρές αριθμητικά ομάδες ανθρώπων δεν μπορούν να διαμορφώσουν δομημένες εξουσιαστικές σχέσεις με θεσμούς και μηχανισμούς, επειδή καθοριστικός παράγοντας σ’ αυτές είναι η απλότητα των σχέσεων και των λειτουργιών ανάμεσα στους ανθρώπους. Σε τέτοιες συνθήκες ο διαχειριστικός ρόλος είναι αμελητέος, η υποκρισία δεν μπορεί να βρει έδαφος να αναπτυχθεί και η τεχνική της επιβολής πέφτει στο κενό. Συνεπώς, κάθε σκέψη για εφαρμογή της πολιτικής ή ανάλογων διαδικασιών περιττεύει.

Β. Η πολιτική και οι επιπτώσεις της

Αναφέρθηκαν όλα τα προηγούμενα προκειμένου να γίνει κατανοητή η σχέση της πολιτικής με την δομημένη εξουσία (κράτος) και τον πολιτισμό. Η πολιτική, ως έννοια και ως συνθήκη, προέρχεται από τη λέξη πόλις της οποίας αποτελεί παράγωγο και ταυτίζεται με την έννοια του Κράτους.

Πολιτική, πόλις και πολιτισμός είναι αλληλένδετα και αποτελούν συστατικά της δομημένης εξουσίας. Όπως, λοιπόν, το κράτος επιβλήθηκε δια της βίας είναι προφανές πως και τα καθοριστικά στοιχεία αυτής της επιβολής είναι διάφορα μέσα και δομές όπως αυτά που προαναφέρθηκαν και τα οποία, επίσης, επιβλήθηκαν με βίαιο τρόπο στις διάφορες ανθρώπινες ομάδες.

Η πόλις και η πολιτική συνδέονται στενά με το καθεστώς, τη μορφή που παίρνει η πολιτική διαχείριση.

Είναι καθοριστικός, λοιπόν, ο ρόλος της πόλης. Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπινων ομάδων κάτω από συνθήκες εξαναγκασμού, απαιτεί τον έλεγχο και την καταστολή τους. Αποτελεί ταυτόχρονα και την δικαιολόγηση για την άσκηση της πολιτικής. Η οποία με τη σειρά της καθιερώνει και δικαιολογεί την ύπαρξη της εξουσίας και της εκμετάλλευσης.

Η πολιτική από τη στιγμή που καθιερώθηκε ως μέσο «συνεννόησης» ανάμεσα στους καταπιεστές και τους καταπιεσμένους, αποτέλεσε ένα καθοριστικό εργαλείο για την αναχαίτιση των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων. Η αναχαίτιση αυτή πολλές φορές δεν ωφέλησε μόνο βραχυπρόθεσμα τους κρατούντες, αλλά και μακροπρόθεσμα. Κι αυτό συνέβη επειδή, μέσω των πολιτικών χειρισμών, αυτά τα γεγονότα διαστρεβλώθηκαν και εν συνεχεία, τα καθοριστικά για την επαναβεβαίωση της κυριαρχίας, αφομοιώθηκαν και εντάχθηκαν στο ιδεολογικό της οπλοστάσιο. Για να μη γίνουμε κουραστικοί αρκεί να αναφέρουμε την κοινωνική επανάσταση του 1821 κατά την πρώτη περίοδό της και την κοινωνική εξέγερση το Νοέμβρη του 1973.

Εκτός όμως από αυτή την διάσταση της πολιτικής έχουμε και την ιδιαίτερα σοβαρή εφαρμογή της. Πρόκειται για την χρησιμοποίηση της από τους καταπιεσμένους. Έχοντας υπ’ όψη μας μια τέτοια κατάσταση θεωρούμε πως είναι δυνατό να λυθεί η «απορία» για κάποια καθοριστικά στοιχεία με τα οποία γίνεται δυνατή η επαναφορά των εξουσιαστικών δομών και σχέσεων ύστερα από μια επιτυχημένη εξέγερση ή επανάσταση.

Η πολιτική είναι το μεγάλο κακό που έχει προκύψει εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πρόκειται για μια αρρώστια που βασανίζει την ανθρωπότητα από τότε που η εξουσία εγκαθιδρύθηκε πάνω στους ανθρώπους. Από τότε που ξεκίνησαν μια σειρά από στρεβλώσεις στην ανθρώπινη ιστορία. Αυτή η αρρώστια έχει αγγίξει με έναν επικίνδυνο, πραγματικά, τρόπο και τις αναρχικές τοποθετήσεις, αναλύσεις και ιδιαίτερα τις πρακτικές.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως η κακοποίηση της αναρχίας έχει καθιερωθεί με τον διαδεδομένο ορισμό όπου αναρχισμός είναι η πολιτική θεωρία σύμφωνα με την οποία όλες οι μορφές κυβέρνησης είναι αχρείαστες και ανεπιθύμητες και υιοθετεί μια κοινωνία βασισμένη στην εθελοντική και ελεύθερη συνεργασία των ατόμων και των ομάδων. Είναι ένας ορισμός ο οποίος διαπιστωμένα είναι γενικά αποδεκτός (ακόμη και από τους πολιτικούς, θεωρητικούς και ιδεολογικούς υποστηρικτές και στυλοβάτες του συστήματος).

Από τη στιγμή, όμως, που ο αναρχισμός είναι πολιτική θεωρία τότε θα ακολουθήσει τους κανόνες της πολιτικής, που αντιστοιχούν σε όρους άσκησης εξουσιαστικών μεθόδων και χειραγώγησης. Από την άλλη, σαν θεωρία βρίσκεται σε αντίθεση με την αναρχία που είναι τρόπος ζωής και δράσης με σκοπό την δημιουργία συνθηκών ελευθερίας, αμοιβαιότητας και συνεργασίας των ανθρώπων στη βάση της κοινοτικής διαβίωσης. Αυτός ο τρόπος δράσης και η συνακόλουθη στάση ζωής δεν στρέφονται ενάντια στο κράτος χρησιμοποιώντας εξουσιαστικές μεθόδους. Αυτά είναι καθοριστικά ζητήματα. Πως λοιπόν ο αναρχισμός που χρησιμοποιεί εξουσιαστικές μεθόδους (π.χ.πολιτική) είναι δυνατόν να οδηγήσει σε μία κοινωνία(;) εθελοντικής συνεργασίας ατόμων και ομάδων; Εδώ γίνεται ξεκάθαρο πως υπάρχει μια αξεπέραστη ασυμβατότητα.

Στην διάρκεια αυτής της στρεβλής πορείας που ακολούθησε το ανθρώπινο γένος, με την επιβολή εξουσιαστικών σχέσεων και δομών, μια πορεία που δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι τις μέρες που ζούμε, οι διαμορφωμένες και συγκροτημένες ομάδες εξουσίας ανακάλυπταν συνεχώς όλο και πιο περίπλοκα μέσα και τρόπους με τους οποίους αναπαρήγαν της ισχύ τους και εδραίωναν την θέση τους απέναντι στους υποταγμένους.

Καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη αυτών των συνθηκών είναι η πολιτική ως τέχνη και ως τεχνική. Με αυτήν επιτυγχάνεται η διαχείριση ανθρώπων, πραγμάτων και καταστάσεων.

Έχουμε αναφερθεί και σε προηγούμενα κείμενα μας στο πρόβλημα και τον ρόλο της πολιτικής. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις έχει συμβεί μέσα από την περιγραφή ορισμένων εκδηλώσεων της συμπεριφοράς αυτού που κάνει πολιτική, να ανακαλύπτουν κάποιοι την δική τους πολιτική συμπεριφορά, παρ’ ότι αυτό δεν εντάσσεται στις προθέσεις του κειμένου.

Άλλοτε, πάλι, βρίσκουν την ευκαιρία για να ενταχθούν σε προδιαγεγραμμένες καταστάσεις, προβάλλοντας προσχηματικές διαφωνίες. Το ζητούμενο όμως δεν βρίσκεται σ’ αυτά τα περιστατικά αλλά στην αναζήτηση των αιτιών, των προσχημάτων και των πραγματικών διαστάσεων που έχει η πολιτική και η αρνητική επίδρασή της στους αναρχικούς απελευθερωτικούς αγώνες.

Εκείνο που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή είναι πως ανάμεσα σ’ αυτούς που ασκούν πολιτική υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι έχουν επίγνωση της σημασίας της και εφαρμόζουν όλες τις τεχνικές που απορρέουν από αυτήν –την κατ’ ουσίαν επιστήμη της εξαπάτησης– που μετατρέπει τους ανθρώπους σ’ ένα απρόσωπο σύνολο, που άγεται και χρησιμοποιείται για τη διεκπεραίωση επί μέρους διαδικασιών και τους υποβιβάζει στην κατάσταση της λεγόμενης μάζας και που συνεχώς επιδιώκει τη διατήρησή τους σ’ αυτή την κατάσταση.

Βεβαίως, δεν είναι άμοιροι των συνεπειών που προκαλούν και όσοι «ελαφρά τη καρδία» υποστηρίζουν και πολλές φορές με τον φανατισμό που προέρχεται από την άγνοια, την πολιτική ως μέσο για την αναρχική δράση. Σε σχέση με αυτή τη στάση θα υπενθυμίσουμε πως οι αναρχικοί οφείλουμε να αναζητούμε και να διακρίνουμε τις επιπτώσεις και την προέλευση μιας διαδικασίας και της μεθοδολογίας που προτάσσει.

Η προέλευση της πολιτικής και η εφαρμογή της δεν αφήνει αμφιβολίες για το τι παράγει.

Στην ανάδειξή της εκτός των άλλων συνεπικουρήθηκε και από την θεωρητική πλευρά. Είναι άλλωστε συστατικό της εξουσιαστικής μεθοδολογίας το να κατασκευάζονται θεωρίες, εκεί όπου στήνονται διάφορες συνθήκες, που αποβλέπουν στη εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιδιώξεων των κρατούντων –και όχι μόνον αυτών.

Σε αντιδιαστολή με αυτή την κατάσταση υπάρχουν οι απόψεις και θεωρήσεις οι οποίες περιγράφουν τις συνθήκες και τις δυνατότητες απελευθερωτικών διεργασιών με βάση τα δεδομένα και τις σχέσεις που δημιουργούνται μέσα από την πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που διασχίζει το χθες και φθάνει μέχρι σήμερα. Μια παρακαταθήκη όπου εκφράζονται οι διαστάσεις, οι δυνατότητες και η θέληση των ανθρώπων για ελεύθερη και δημιουργική διαβίωση χωρίς κράτη κι εκμεταλλευτές. Ως αναρχικοί αποδεχόμαστε και συμβάλλουμε στην ανάδειξη αυτής της ουσιαστικής πτυχής, απορρίπτοντας τα θεωρητικά σχήματα και τις κατασκευές που αποτελούν προϊόντα της εξουσιαστικής μηχανής που πολτοποιεί κάθε διάθεση ελευθερίας.

Η πολιτική είναι η αποθέωση του υποβιβασμού της ανθρωπινότητας. Ο άνθρωπος είναι αντικείμενο προς χρήσιν της εκάστοτε σκοπιμότητας, την οποία προτάσσουν και υπηρετούν οι αυτόκλητοι ή και εντεταλμένοι, γι’ αυτό το λόγο, ειδικοί. Όταν μάλιστα πάψει να εξυπηρετεί τους στόχους τότε παραμερίζεται με τον πλέον σκαιό τρόπο. Οι υπηρεσίες που έχει προσφέρει κατασυκοφαντούνται ή απαξιώνονται με τη διαδικασία της διαστρέβλωσης ή της σιωπής.

Είναι χαρακτηριστικό πως στους εξουσιαστικούς σχηματισμούς η λυσσαλέα διαμάχη ανάμεσα στις διάφορες μερίδες που μετέρχονται διάφορες πολιτικές τεχνικές προκειμένου να επικρατήσουν, συμπεριλαμβάνει, σε πολλές περιπτώσεις, την φυσική εξόντωση του αντιπάλου.

«Η πολιτική τεχνική έχει κανόνες, προσφέρει ένα πλούσιο ρεπερτόριο από ρόλους, θεωρήματα και έτοιμα πορίσματα. Ο πολιτικός χρησιμοποιεί την απειλή και τον εκβιασμό με ένα τρόπο που να δείχνει πως βρίσκεται σε άμυνα. Πρέπει να είναι ευρηματικός, να κατασκευάζει εχθρούς και καταστάσεις ικανές να πείσουν τον κόσμο. Προσπαθεί να το παίξει αδικημένος και αμυνόμενος απέναντι σ’ όσους δεν τηρούν κανόνες, που αυτός θα παρουσιάσει σαν αυθεντικούς. Υπονομεύει τις θέσεις και τις απόψεις του αντιπάλου, ή έστω αυτού που θέλει να εμφανίσει σαν αντίπαλο και κακό. Γι’ αυτό ποτέ δεν χτυπάει άμεσα αυτόν ή αυτούς που είναι ο στόχος του. Δεν έχει ποτέ δικές του ολοκληρωμένες απόψεις, αλλά με βάση γενικά ιδεολογήματα δημιουργεί μια σύγχυση για να πετύχει την ανάδειξή του. Οι απόψεις του είναι δανεικές. Τις έχει, όμως, αποστηθίσει τόσο καλά που μπορεί εύκολα να τις παρουσιάσει σαν δικές του. Συνήθως είναι ό,τι πιο αδρανές και βλαβερό, που έχει την τάση να αυτοπροβάλλεται με κάθε τρόπο. Προσπαθεί να εμφανιστεί σαν υπέρμαχος αρχών, αξιών και απόψεων για τις οποίες ουδέποτε ενδιαφέρθηκε ουσιαστικά, ούτε προσπάθησε να εμβαθύνει στη σημασία τους. Θα τις προβάλλει και θα προσπαθήσει να φανεί υπερασπιστής αρχών, όταν κρίνει ότι έτσι μπορεί να αναδειχθεί ή να αποσπάσει δηλώσεις και συμπεριφορές αναγνώρισης και υποταγής σ’ αυτόν. Προτιμά να αναφέρεται σε επιφανειακά ζητήματα και να αφήνει πάντα ανοιχτό το δρόμο για γενικόλογες απαντήσεις όταν βρεθεί σε δύσκολη θέση. Είναι αρκετά πονηρός ώστε να κολακεύει αυτούς που πρόθυμα θα ανταποκριθούν με υποτέλεια».5

Χρησιμοποιεί ακόμα και όρους αντικειμενικότητας προκειμένου να μπορεί να ελίσσεται και να ξεγελά. Ο πολιτικός είναι ένα εξεζητημένο είδος προβοκάτορα. Στην πολιτική τεχνική, η πρόκληση είναι μια συνηθισμένη πρακτική. Με την συνεχή επανάληψη προκλητικών ενεργειών επιδιώκεται η εκ των πραγμάτων αναμενόμενη απάντηση του προκαλούμενου. Γι’ αυτή την απάντηση έχει ήδη προετοιμαστεί το κατάλληλο προπαγανδιστικό υλικό, τα μέσα για την αποκλειστική ενοχοποίηση του προκαλούμενου αλλά και ομάδες στήριξής της.

Ο πολιτικός αναζητά πάντοτε την ευκαιρία να κάνει κινήσεις-κλειδιά από τις οποίες ανεξαρτήτου απαντήσεως θα βγει κερδισμένος απέναντι στους ανταγωνιστές του. Χρησιμοποιεί την γενικολογία αλλά ταυτόχρονα δεν χάνει την ευκαιρία να παρασύρει τους άλλους στη μερικότητα. Όταν βρεθεί στην ανάγκη να αναλύσει ένα ζήτημα σφαιρικά, τότε θα προσφύγει σε επιφανειακές τοποθετήσεις τονίζοντας εκείνα που θα επηρεάσουν τους ακροατές του με λογοτεχνικούς όρους, βερμπαλισμούς και παρομοιώσεις.

Έχει επικρατήσει μια στάση στον εκάστοτε κοινωνικό χώρο σύμφωνα με την οποία ο πολιτικός γίνεται ιδιαίτερα απεχθής, όταν αποκομίζει οικονομικά οφέλη. Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε πως εξακολουθεί να είναι εχθρικός από και προς την ανθρωπότητα ακόμα κι όταν είναι ηθικά άμεμπτος, αφού οι ηθικοί κανόνες ενισχύουν την εύρυθμη εφαρμογή του συστήματος κυριαρχίας. Συνεπώς ο «ακέραιος» πολιτικός δεν παύει να είναι ένας στυγνός εξουσιαστής, ο οποίος επωφελείται με διαφορετικό τρόπο. Το κέρδος της εξουσίας και της συγκροτημένης έκφρασής της, της κυριαρχίας, δεν είναι πάντοτε υλικό, χειροπιαστό. Η δόξα, η υστεροφημία, το κύρος είναι τα μη υλικά οφέλη του πολιτικού. Αυτά τα χαρακτηριστικά εκτός από τον εξουσιαστή κατοχυρώνουν και τις συνθήκες που έχουν επιβληθεί πάνω στους ανθρώπους. Εδώ, λοιπόν, είναι που οι κανόνες της καταπίεσης κι εκμετάλλευσης δεν αντιμετωπίζονται από άποψη ουσίας, αλλά το βάρος έχει μεταφερθεί στο κατά πόσον εφαρμόζονται σωστά. Η αποθέωση της υποταγής, ο θρίαμβος της εξουσίας!

Ας δούμε, τώρα, κάποια από τα στοιχεία της πολιτικής όπως διατυπώνονται από ένα ειδικό.

«Πολιτική είναι η δραστηριότητα μέσω της οποίας αντιτιθέμενα συμφέροντα, μέσα σ’ ένα δεδομένο πλαίσιο κανόνων, συμβιβάζονται παίρνοντας το καθένα μερίδιο εξουσίας ανάλογα με τη σημασία του για την ευημερία και την επιβίωσης ολόκληρης της κοινότητας».6

Πολιτική είναι η διαχείριση του ψέματος. Παρά την γνώση της αλήθειας έρχεται, από τους ειδικούς η προβολή του ψεύδους γιατί έτσι διευκολύνει τους σχεδιασμούς οι οποίοι είναι χειραγωγικοί και εξουσιαστικοί.

Η πολιτική είναι η τέχνη με την οποία κυβερνιούνται κοινωνικά σύνολα («τέχνη του κυβερνάν»).

Χρειάζεται να το διατυπώσουμε; Ας το κάνουμε, για μια ακόμη φορά. Ξεκαθαρίζουμε, λοιπόν, πως οι αναρχικοί αγωνίζονται για ένα κόσμο όπου δεν θα υπάρχουν κυβερνήτες και κυβερνώμενοι. Συνεπώς δεν χρειάζεται να εξασκούνται ή να ασκούν εξουσιαστικά μέσα.

Το μέσο καθορίζει το σκοπό. Όταν αυτό χρησιμοποιείται από τον εξουσιαστή για να διατηρεί τις συνθήκες υποδούλωσης δεν μπορεί το ίδιο μέσο να αποφέρει συνθήκες ελευθερίας, επειδή θα χρησιμοποιηθεί από όσους νομίζουν ή διατείνονται ότι τις επιδιώκουν.

Βεβαίως, εμφανίζεται η απατηλή διατύπωση πως πολιτική είναι η ενασχόληση με τα κοινά.

Αυτή όντως είναι μια πολιτική διατύπωση! Μέσα σε ένα κράτος και ένα κοινωνικό χώρο, που αυτό έχει κατασκευάσει, πρέπει να αναζητηθεί με μεγάλη προσπάθεια (είναι αλήθεια) η κοινότητα συμφερόντων ανάμεσα στους εξουσιαστές και τους εξουσιαζόμενους, αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν μας την πολυσυνθετότητα και διαστρωμάτωση του κοινωνικού χώρου και τους δεδομένους ανταγωνισμούς ανάμεσα στις διάφορες ομάδες.

Συνεπώς αυτά τα «κοινά» αναφέρονται, κυρίως, στις διάφορες ομάδες εξουσίας για τις οποίες αναζητείται πάντα ένας κοινός τόπος, όπου θα συγκλίνουν τα εκάστοτε συμφέροντα τους. Από την άλλη είναι η αναζήτηση ενός επιφανειακού κοινού τόπου ανάμεσα στους καταπιεστές και τους καταπιεσμένους (όπως π.χ. η πατρίδα) ή ανάμεσα στους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους (όπως π.χ. το εργοστάσιο, η επιχείρηση κλπ).

Άλλη πτυχή της πολιτικής είναι αυτή που παρουσιάζεται ως συμβιβασμός και συναίνεση. Όμως, συναίνεση μπορεί να υπάρξει μέσα από ισότιμη σχέση των ανθρώπων, ο συμβιβασμός προϋποθέτει υποχωρήσεις. Αυτό σημαίνει ανταγωνιστικά συμφέροντα. Μέσα στις εξουσιαστικές συνθήκες, αρχόντων και αρχομένων, κάθε έννοια συμβιβασμού είναι ανύπαρκτη. Η «υποχώρηση» του άρχοντα σημαίνει έναν ελιγμό απέναντι σε μια πρόσκαιρη απώλεια, αφού με τα μέσα που διαθέτει μπορεί να αποκτήσει και πάλι τα όσα θα «δώσει» και πολύ περισσότερα. Παράλληλα, ο αρχούμενος είναι ο μεγάλος χαμένος, αφού όχι μόνο θα ξεγελαστεί ως προς τις συνθήκες υποδούλωσης, αλλά θα αισθανθεί πως πέτυχε νίκη. Η συναίνεση βέβαια, για να έρθουμε στο άλλο σκέλος της πτυχής που αναφέραμε, σημαίνει ολόπλευρη αποδοχή των όρων, που έχουν θέσει οι εξουσιαστές. Συναίνεση για λιτότητα, συναίνεση για λόγους «οικονομικής κρίσης», κ.λπ. Αυτά είναι τα μεγάλα επιτεύγματα της πολιτικής: ο παντελώς χαμένος να εμφανίζεται ομότιμος, κερδισμένος και διαμορφωτής καταστάσεων…

Μια άλλη παράμετρος αφορά την διανομή εξουσίας. Η πολιτική διαθέτει ένα ακόμη σημαντικό μέσο για την αναπαραγωγή της κυριαρχίας: τη διανομή και την ανάθεση εξουσιών. Ίσως η πρώτη ανάθεση εξουσίας και μια από τις πρωτοφανέρωτες πολιτικές κινήσεις να έγινε όταν οι κατακτητές ανάθεσαν σε κάποιους από τους σκλαβωμένους να επιτηρούν τους υπόλοιπους.

Αυτή η πολιτική διατρέχει χιλιετίες τώρα τους εξουσιαστικούς χειρισμούς. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η βυζαντινή αλλά και η Οθωμανική στηρίχτηκαν ακριβώς σ’ αυτή τη μεθοδολογία. Η οθωμανική μάλιστα αυτοκρατορία μπορούσε να ελέγχει τεράστιες εκτάσεις και πληθυσμούς με την μέθοδο της ανάθεσης εξουσιών σε τοπικούς άρχοντες, που προέρχονταν από την μεριά των σκλαβωμένων-υποταγμένων.

Μέσα στο κράτος η ανάθεση των εξουσιών έχει πάρει την μορφή πλημμύρας. Το παλιό μοντέλο όμως με την μορφή της αυτοδιοίκησης έχει πάρει μόνιμο θεσμικό χαρακτήρα και ήδη στη σύγχρονη εποχή στήνονται και οι ανάλογοι μηχανισμοί.

Η «απολυτότητα» της πολιτικής επιχειρείται να στοιχειοθετηθεί μέσα από το δόγμα «τα πάντα είναι πολιτική».

Με την πολιτική τεχνική τονίζεται μια πλευρά του εκάστοτε ζητήματος προκειμένου να υποβαθμιστούν οι άλλες συνιστώσες του.

Εννοείται πως αυτή η πλευρά της τεχνικής συνδέεται κυρίως με την προπαγάνδα, που είναι η απόλυτη δικαιολόγηση της χειραγώγησης αυτών που όπως είπαμε χαρακτηρίζονται και ταξινομούνται με τον όρο «μάζες». Αυτό όμως είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα στο οποίο έχουμε αναφερθεί (περιληπτικά είναι αλήθεια) στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 55.

Θα μπορούσαν να αναφερθούν άπειρα παραδείγματα με βάση τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους υλοποιείται η πολιτική και τα διάφορα στάδιά της. Αλλά δεν είναι του παρόντος κάτι τέτοιο.

Συστατικό της πολιτικής τεχνικής είναι να παρουσιάζεται ή να προτάσσεται μία άλλη πολιτική πρακτική ως αντιπολιτική στάση, προσπαθώντας να κερδίσει με το μέρος της όσους έχουν αηδιάσει από αυτό το διαρκές παιχνίδι εξαπάτησης. Άκομψες εκδοχές της είναι, ομολογουμένως, τα διάφορα κόμματα του ΛΕΥΚΟΥ και της ΑΜΕΣΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.

Οι χρήστες της πολιτικής τεχνικής και όσοι τους ακολουθούν ανοίγουν και κλείνουν διάφορες τρύπες στο εξουσιαστικό οικοδόμημα χωρίς να κατορθώνουν να το καταστρέψουν. Αντίθετα, τα διάφορα μπαλώματα δίνουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και πολλές φορές το καλλωπίζουν. Αυτό συμβαίνει όταν τα μπαλώματα φαντάζουν σαν εμπνευσμένες δημιουργίες, τις οποίες οι ειδικοί φροντίζουν να εκθειάσουν.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιτικής μεθοδολογίας είναι η ανάδειξη του μέσου ως σκοπού και μάλιστα με ένα τρόπο φετιχιστικό. Έτσι, για παράδειγμα, τα κόμματα, οι εκλογές, η επανάσταση, η αυτοοργάνωση, εμφανίζονται σαν σκοπός. Ντύνονται με φανταχτερά επιχρίσματα και πίσω από αυτές τις απατηλές φαντασμαγορίες επιχειρείται η συσπείρωση κομματιών της κοινωνίας. Χάνεται, όμως, ή κρύβεται ο σκοπός των οποίων εξυπηρετούν αυτά τα μέσα.

Ας το δούμε πιο προσεκτικά, για να μην θεωρηθεί πως υπερβάλλουμε.

Πίσω από τα κόμματα και τις εκλογικές διαδικασίες χάνεται (κρύβεται) ο σκοπός της διατήρησης του συστήματος επιβολής κι εκμετάλλευσης. Με την αναφορά στην επανάσταση, γενικώς, ισχύει το ίδιο, αφού μια επανάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει τους ανθρώπους στο να εγκαθιδρύσουν μια παραλλαγή του καθεστώτος που υπάρχει. Μπορεί, επίσης, να κατασκευάσει φασιστικό, ναζιστικό, κομμουνιστικό ή μια από τις παραλλαγές του δημοκρατικού καθεστώτος. Σε ότι αφορά την αυτοοργάνωση (για την οποία έχουμε αναφερθεί εκτεταμένα στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ 82) κρύβονται προθέσεις, που αποσκοπούν στην επιδιόρθωση των κακώς κειμένων του συστήματος και η συμμόρφωση των διαχειριστών του, όταν παρεκτρέπονται.

Ιδιαίτερα στην περίπτωση της πολυδιαφημισμένης αυτοοργάνωσης, σε πολλές περιπτώσεις δημιουργείται η εντύπωση πως είναι η πανάκεια, που θα λύσει όλα τα προβλήματα, αφού είναι προφανές πως έχει γίνει σκοπός και, για ορισμένους, ένα σημαντικό στάδιο.

Η πολιτική τεχνική απαιτεί μέτρα και αποφάσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν. Συνεπώς χρειάζονται ορισμένα οργανωτικά μέτρα καθώς και ομάδες οι οποίες θα πρέπει να υποστηρίζουν ορισμένες κινήσεις που πρόκειται να γίνουν. Αυτό το διαπιστώνουμε σε μεγάλη έκταση κατά τη διάρκεια των προεκλογικών συγκεντρώσεων των κομμάτων. Ανάλογου τύπου οργανωμένες ομαδοποιήσεις απαιτούνται για να διευκολύνουν την επιτυχία μιας συζήτησης με προκατασκευασμένες κινηματικά αποφάσεις και με απερίγραπτες τεχνικές πολιτικής χειραγώγησης.

Το καθοριστικό σημείο για την άσκηση πολιτικής είναι η γνώση της επιστήμης της ψυχοπολιτικής, αλλά και αρκετά στοιχεία από άλλες επιστήμες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η πολιτική αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κυριαρχίας.

Μέσω της πολιτικής προωθούνται και επιβάλλονται η υποκρισία και πολλές ακόμη ποταπές συμπεριφορές. Όταν χρειάζεται να ληφθούν κάποιες αποφάσεις τότε χρησιμοποιείται το δέλεαρ και η συγκαλυμμένη απειλή ώστε να υπάρχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στην τεχνική που ακολουθείται, περιλαμβάνεται η προβολή των άμεσων «ωφελημάτων» από μια γρήγορη απόφαση και η απειλή για ανυπολόγιστες «ζημιές», που θα προκύψουν σε αντίθετη περίπτωση μαζι με τις ευθύνες που επικρέμονται . Το κλασσικό πλέον επιχείρημα «ο χρόνος είναι εις βάρος μας», δίνει και παίρνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Αλλοίμονο. Έχει αποδειχτεί άπειρες φορές πως οι γρήγορες αποφάσεις και τα άμεσα αποτελέσματα είναι αόρατες χειροπέδες.

Το καθοριστικό ανάμεσα σ’ όλα όσα παρατέθηκαν μέχρι τώρα είναι πως μια ενιαία λογική διατρέχει την πολιτική. Είναι η διαρκής προσπάθεια να ενισχυθεί η πεποίθηση στους ανθρώπους και να τους γίνει βίωμα το ότι η κοινωνία και το κράτος είναι ένα και το αυτό.

Γ. Η άρνηση της πολιτικής είναι αναρχικό

απελευθερωτικό πρόταγμα

Μια λεπτομερειακή περιήγηση στο θέμα της πολιτικής θα μπορούσε να γίνει ιδιαίτερα κατατοπιστική αλλά θα ξεπερνούσε τις δυνατότητες και την λειτουργικότητα ενός άρθρου για μια εφημερίδα. Από μια πλευρά το θέμα φαντάζει ανεξάντλητο, αφού οι επινοήσεις και οι συνδυασμοί αυτής της εξουσιαστικής μεθόδου συνεχώς εμπλουτίζονται.

Υπάρχουν ακόμα εκείνα τα σημεία που χαρακτηρίζονται ως καμπή στην διαδικασία αυτή. Είναι οι περίοδοι (όπως η παρούσα), όπου εκδηλώνεται μια γενίκευση της τάσης από μέρους των πολιτικών να αρνούνται κανόνες, οι οποίοι σε προηγούμενες καταστάσεις θεωρούνταν καθοριστικοί για την διασφάλιση της βιτρίνας και του κύρους της πολιτικής διαδικασίας και του συστήματος. Πρόκειται, για παράδειγμα, για την υποχρέωση σε άμεση παραίτηση ενός βουλευτή, υπουργού ή και πρωθυπουργού στην παραμικρή νύξη, η οποία ανέτρεπε ή επιβουλευόταν την επιβαλλόμενη εικόνα ηθικής που θα έπρεπε να τον περιβάλλει.

Ποια είναι η στάση μας απέναντι στην πολιτική;

Μετά από όσα ήδη έχουν εκτεθεί είναι αναμφισβήτητο πως η χρησιμοποίηση πολιτικών μέσων και τεχνικών δρα ανταγωνιστικά και καταστροφικά προς την αναρχική απελευθερωτική προοπτική.

Απέναντι στο ζήτημα της πολιτικής οι αναρχικοί οφείλουν να έχουν ξεκάθαρες απόψεις και αναλύσεις αποφεύγοντας τους σκοπέλους διαφόρων θεωρητικών τοποθετήσεων. Αν η αναρχία δεν απεμπλακεί από αυτές τις θεωρητικές κατασκευές και αγκυλώσεις που την ταλαιπωρούν τον τελευταίο ενάμιση αιώνα, δεν θα μπορέσει να χαράξει την δικιά της ανεπηρέαστη και απρόσκοπτη απελευθερωτική πορεία.

Για μας τους αναρχικούς η πολιτική σαν μέσο δράσης και σαν τεχνική δεν είναι δυνατόν να μας αφορά. Ή θα εγκαταλείψουμε κάθε σχέση με αυτήν ή θα ακολουθήσουμε την διαδικασία της αναπαραγωγής του εξουσιαστικού κι εκμεταλλευτικού συστήματος.

Και εξηγούμαστε.

Όταν ένα μέσο χρησιμοποιείται από δύο ανταγωνιστικά μεταξύ τους, μέρη τότε μοιραία έχουμε να εξετάσουμε δυο περιπτώσεις. Η πρώτη αφορά την προέλευση αυτού του μέσου και η δεύτερη τους σκοπούς που επιδιώκει. Στη περίπτωση που η πολιτική χρησιμοποιείται από τους αναρχικούς τότε από την χρήση αυτή της τεχνικής διαδικασίας γίνεται αποδεκτή η χειραγώγηση. Κι όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλα κείμενά μας δεν μπορείς να φοράς ράσα, να κατέχεις όλη την διαδικασία της λειτουργίας και των θρησκευτικών μυστηρίων, να τα εφαρμόζεις και να μην ενισχύεις την θρησκεία ή στην ελάχιστη των περιπτώσεων να μην ενισχύεις τη λογική και τα δόγματά της.

Ο πολιτικός μπαλώνει τις αντιτιθέμενες απόψεις προσπαθώντας να συνδέσει τα ασύνδετα. Προτείνει δηλαδή ένα συμβιβασμό. Ο αναρχικός αντίθετα επιλέγει ανάμεσα στην πιο λειτουργική και συνάμα αποτελεσματική (όχι κατ’ ανάγκην βραχυπρόθεσμα) άποψη και πρακτική.

Η πολιτική μετακινείται από το ένα ζήτημα στο άλλο, προσπαθώντας να αξιοποιήσει μια μακρόχρονη τριβή και μια εμπιστοσύνη που παρέχεται πάντοτε με βάση περιορισμένα ζητήματα. Με αυτό τον τρόπο δεν είναι δυνατό να γίνει κατανοητή η ευρύτητα ενός ζητήματος, η πολύπλευρη σχέση του με άλλα και η προσέγγιση της ουσίας που είναι οι κυριαρχικές και εκμεταλλευτικές σχέσεις. Ο κόσμος μπορεί να δραστηριοποιείται μετακινούμενος από το ένα ζήτημα στο άλλο, π.χ. πάρκα, οικολογικά ζητήματα, μορφές καταστολής κ.λπ., χωρίς όμως να δίνεται η δυνατότητα να αποκτά μια σφαιρική και αντικρατική αντίληψη και άποψη.

Ακόμα και οι υποψίες μιας αντικρατικής κατεύθυνσης και τοποθέτησης χάνονται, όταν εντάσσονται μέσα στην μερικότητα, αφού η δυνατότητα συνολικής συσχέτισης υποκύπτει στην ανάγκη υπερτονισμού του επί μέρους ζητήματος. Αυτός ο υπερτονισμός γίνεται για να επιτευχθεί μια άμεση κινητοποίηση, σύμφωνα με την θεωρία του «εφικτού». Η οποία, όμως, αποδεικνύεται πως έχει κοντά ποδάρια.

Αυτές οι συνεχείς ενασχολήσεις με τα «άμεσα προβλήματα του λαού», όπως θα έλεγε και ένας από τους μεγάλους διδάκτορες της εξαπάτησης, ο Βλαδίμηρ Ιλίτς Ουλιάνωφ (Λένιν), δεν επιτρέπουν στον κόσμο που αγωνίζεται να έχει μια ολοκληρωμένη και σφαιρική άποψη. Να υπάρχει δηλαδή, η αναγωγή του ζητήματος με τις παραμέτρους που συνδέεται ουσιαστικά κι όχι τυπικά ή μερικοποιημένα. Αυτή η μερικότητα είναι καθοριστικό συστατικό της πολιτικής, αφού μ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται ευκολότερα η χειραγώγηση των ανθρώπων. Ταυτόχρονα συνηθίζουν και θεωρούν την πολιτική τεχνική ως σημαντικό στοιχείο του αγώνα για την απελευθέρωσή τους.

Η μερικότητα με την οποία συνδέονται –μέσω της πολιτικής– οι άνθρωποι που αγωνίζονται, τους καθιστά ευάλωτους σε διάφορες τεχνικές που αναπτύσσονται και τους προτρέπει να ακολουθήσουν ανάλογες μεθοδεύσεις, οι οποίες απέχουν πολύ από την ζωντάνια της ανθρώπινης δημιουργικότητας και της συνολικής θεώρησης της πραγματικότητας.

Αν θέλουμε να πετύχουμε το δυνάμωμα των αντικρατικών απελευθερωτικών προσπαθειών, οφείλουμε να βοηθήσουμε στην απομάκρυνσή των αγωνιζόμενων ανθρώπων από την πολιτική κι όχι να τους χώνουμε όσο γίνεται πιο βαθιά στο βάλτο της, αποσκοπώντας σε βραχυπρόθεσμα οφέλη, όπως αυτό της μαζικότητας ή την αποτροπή μιας κατασταλτικής ενέργειας εκ μέρους του κράτους. Θέλουμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να ξεφύγουν από τη μιζέρια της μερικότητας, επειδή έτσι συμβάλλουμε στην διεργασία με την οποία θα μπορέσουν να κάνουν ξανά δικά τους τα αναρχικά προτάγματα και εν τέλει την αναρχία. Δεν επιδιώκουμε την αναπαραγωγή της χειραγώγησης, αλλά δεν αρκεί μόνο να το λέμε, αλλά να το κάνουμε βίωμα.

Για το πέρασμα σε κάθε κοινωνική δράση επιβάλλεται η σφαιρικότητα της άποψης και της ανάλυσης. Δεν επιδιώκουμε τη συσπείρωση του κόσμου πάνω σε μισές αλήθειες, που στην πραγματικότητα είναι μεγάλα ψέματα.

Δεν μπορούμε να υιοθετούμε γενικά συνθήματα και στάσεις συμπαράταξης με διάφορες ομάδες ανθρώπων χωρίς να προσδιορίζουμε τους στόχους, την κατάσταση που υπάρχει και τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν. Ναι, το κράτος και η εκμετάλλευση είναι τα μεγαλύτερα δεινά που έχουν πλήξει τους ανθρώπους. Αυτό όμως δεν σημαίνει αγιοποίηση όσων βρίσκονται από την άλλη πλευρά. Για παράδειγμα, στο ζήτημα των μεταναστών, χρειάζεται μια πολύπλευρη αντιμετώπιση και ανάλυση. Αυτό σημαίνει ότι δουλεύουμε πάνω στην αναρχική προοπτική. Σημαίνει πως δεν κατασκευάζουμε πολώσεις, εξηγώντας με τη δράση, τη στάση, τις προσεγγίσεις και τις αναλύσεις πως τα δεινά προέρχονται μεν κατά κύριο λόγο από την κατεύθυνση της εξουσίας αλλά πως οι καταστάσεις προέρχονται από το συνολικότερο πλέγμα κυριαρχίας - εκμετάλλευσης, στο οποίο αρκετά κομμάτια των μεταναστών είναι ενταγμένα με διαφορετικούς τρόπους.

Η συμπόνια και τα συναισθηματικά ξεσπάσματα είναι δυνατό να επιτύχουν την προσέλευση μεγάλου αριθμού ατόμων σε επίπεδο κινητοποιήσεων, αλλά αυτό έχει αποδειχτεί πως είναι πρόσκαιρο εφ’ όσον η πολιτική τεχνική μπορεί να τους μετατοπίσει και να τους εντάξει σε κάποια από τις αριστερές ή εναλλακτικές συνιστώσες του κρατισμού.

Η πολιτική τεχνική επιζητά την έξαψη του θυμικού. Μέσα από αυτό εγκαθιδρύει την δημοκρατική αυταπάτη και την επιδιόρθωση της λειτουργίας του συστήματος ή της δημοκρατικής διαχείρισης. Για παράδειγμα έχουμε το σύνθημα: «Αυτό είναι σωστό, επίθεση στα (αστυνομικά) τμήματα να βάλετε μυαλό!» Να βάλουν μυαλό ποιοι; Τα γρανάζια ενός μηχανισμού; Ακόμη κι αν δεχθούμε πως αυτό επιτυγχάνεται, το αποτέλεσμα θα είναι να συμπεριφέρονται πάλι ως γρανάζια, αλλά χωρίς παρεκτροπές. Δηλαδή αυτό που επιζητείται είναι η δημοκρατική λειτουργία των σωμάτων ασφαλείας, που θα επιτελούν το έργο τους σύμφωνα με τους καθιερωμένους κρατικούς κανόνες. Κι όμως αυτό το σύνθημα εκδηλώθηκε με ενθουσιασμό στη διάρκεια πορειών, που οργανώθηκαν από αναρχικούς και αντιεξουσιαστές.

Όσο οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι υποκύπτουν σε πολιτικές λογικές, θα αναγκάζονται να απολογούνται έμπρακτα για κατηγορίες, που δεν τους αφορούν και μ’ αυτό τον τρόπο θα οδηγούνται στην υποχώρηση και σε συμβιβαστικές λύσεις και κινήσεις.

Όπως η αναρχία χαρακτηρίστηκε από τους εχθρούς της ελευθερίας ως το καθεστώς του χάους (με την αρνητική έννοια) και της αταξίας, έτσι και η αντιπολιτική στάση επιχειρείται να χαρακτηριστεί σαν ατελέσφορη, αντικοινωνική και χωρίς προοπτικές. Αλλά, απέναντι σ’ αυτού του είδους την ιδεολογικοπολιτική συκοφαντία δεν ορρωδούμε!

Έχουμε επιχειρήματα και εμπειρίες τις οποιες καταγραφουμε προσπαθώντας να διευρυνθούν οι ορίζοντες της σκέψης και της δράσης για την αναρχία.

Σ’ αυτό το σημείο χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε πως για τους αναρχικούς δεν αρκεί ο κόσμος να πεισθεί για την κακή λειτουργία ενός θεσμού, μηχανισμού ή ενός γραναζιού του συστήματος, π.χ. ενός μπάτσου. Είναι απαραίτητη η αναγωγή στην κύρια αιτία των δεινών.

Η τιμωρία του μπάτσου, η απαξίωση των σωμάτων ασφαλείας και των μηχανισμών που συνθέτουν, ακόμη και η παραίτηση μιας κυβέρνησης καταλήγουν στο να χρησιμοποιούνται για τη δικαίωση του συστήματος. Στην βάση της προοπτικής της αναρχίας το ζήτημα που μπαίνει είναι να υπάρχει προέκταση και ενίσχυση της αντικρατικής προοπτικής, που θα εξηγεί και θα διαμορφώνει την δυνατότητα πραγμάτωσης ενός κόσμου χωρίς κράτη, μπάτσους, στρατό, εξουσιαστές και κεφαλαιούχους. Αυτή η σφαιρική ανάλυση θα χρειαστεί να αποφεύγει τους εύκολους και εύπεπτους χαρακτηρισμούς και αφορισμούς, που απλόχερα προσφέρει η πολιτική τεχνική. Απαιτείται βουτιά και κολύμπι στα βαθειά νερά με τη συνδρομή ιστορικών και κοινωνικών εμπειριών, αναλύσεων και επιχειρημάτων, θέσεων και προοπτικών. Να κάνουμε την αναρχία ένα καθημερινό θέμα συζήτησης και μια διαρκή προσπάθεια αναζήτησής της από τους καταπιεσμένους.

Γι’ αυτούς τους λόγους.

Είμαστε υποχρεωμένοι, να αναθεωρούμε χωρίς να υπονομεύουμε τις θεμελιακές, ανθρώπινες και ουσιαστικές διαστάσεις και προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναρχία.

Να προχωράμε χωρίς να διστάζουμε, σαρώνοντας κάθε ιδεολογία και ιδεολογικά θέσφατα.

Να αρνηθούμε το ιδεολογικό κατασκεύασμα του αναρχισμού και του κινήματος, τα οποία στήνουν φανερές ή καλυμμένες δομές, και στις οποίες κύριο εργαλείο είναι η πολιτική τεχνική.

Να προβάλλουμε την αντι-κινηματική και αντι-πολιτική στάση, σκέψη, αντίληψη, άποψη και θεώρηση για την αναρχική επανάσταση και την πανανθρώπινη ελευθερία

Να τολμάμε. Να μην διστάζουμε να σαρώνουμε την «ιερότητα» προπατορικών γραφών, που έχουν ξεπεραστεί από την ίδια τη ζωή, την κοινωνική και αναρχική απελευθερωτική δράση.

Να ξεπερνάμε ό,τι είναι άχρηστο, επικίνδυνο και στρεβλώνει αυτή την προοπτική.

Να αναδεικνύουμε την αναρχία σαν άφευκτη ανθρώπινη ανάγκη κι όχι σαν αποτέλεσμα μιας σειράς από τεχνικές διαδικασίες και μέσα, που είναι δανεισμένα από την εξουσιαστική μεθοδολογία και πρακτική.

Αυτά θεωρούμε πως πρέπει να έχουμε υπόψη μας, εφ’ όσον θέλουμε να υπάρξει ένας κόσμος πραγματικά ελεύθερος και ανεξούσιος, χωρίς εκμεταλλευτές και κράτη, εφ’ όσον επιδιώκουμε την παγκόσμια αναρχία.

Αν ο κόσμος που θέλουμε να δημιουργήσουμε μαζί με τους υπόλοιπους ανθρώπους, εξακολουθεί να βασίζεται στις πόλεις, στην πολιτική, στον κοινωνικό χώρο όπως αυτός είναι ενταγμένος στην πόλη, σε έναν «άλλο» πολιτισμό και στην αυτοοργάνωση, τότε σίγουρα αυτός δεν θα είναι ο κόσμος της Αναρχίας. Θα είναι μια παραλλαγή αυτού που ήδη υπάρχει και ενδεχομένως πιο καταπιεστική.

Έχουμε πει στο παρελθόν, πως κανείς δεν μπορεί να ορίσει με ακρίβεια την αναρχική πραγματικότητα, που θα προκύψει μετά την αναρχική επανάσταση. Αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να γίνουν επιπόλαια δεκτές και να ισχύσουν παλιές ρετσέτες, που γράφτηκαν κάπου, κάποτε, από κάποιον αναρχικό του προπερασμένου αιώνα. Η συμβολή όλων όσων έδρασαν και κατέγραψαν τις απόψεις και τις εμπειρίες τους είναι σημαντική, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως όλες αυτές αποτελούν μια αιώνια και αναλλοίωτη ιστορική αλήθεια.

Τις ξεπερνούμε, λοιπόν, όχι στη βάση μιας λογικής που αναθεωρεί χωρίς ειρμό και για να παρουσιαστεί ένα εκσυγχρονιστικό προσωπείο (το οποίο, άλλωστε, δεν χρειάζεται η αναρχία), αλλά στη βάση των πρόσφατων εμπειριών και την ανάλυση της πραγματικότητας.

Αφού, λοιπόν, η αναρχία θα φτιαχτεί από τον κόσμο, τότε χρειάζεται από τώρα οι άνθρωποι και ιδιαίτερα όσοι πρόσκεινται στην αναρχική άποψη, θεώρηση και δράση να δημιουργούν τις προϋποθέσεις γι’ αυτή. Να σκέπτονται, να αναλύουν, να μελετούν τις συνθήκες και ατομικά ή συλλογικά και οργανωμένα να προβάλλουν την συνολική προοπτική τους, το «όραμα» της επερχόμενης αναρχίας και (εννοείται) να δρουν με δημιουργικό τρόπο προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να γίνουν οι δημιουργοί αυτής της πραγματικότητας!

Συμπερασματικά.

Η πολιτική συντελεί στο να ξεχνούν οι άνθρωποι την αιτία στην οποία οφείλονται τα δεινά τους. Τους δίνει την αίσθηση της χαράς, επειδή καταπραΰνουν τον πόνο που τους προκαλεί μια χρόνια ασθένεια και παραλείπουν να ασχοληθούν με τη θεραπεία της.

Το κράτος είναι η ποιοτική μεταβολή των εξουσιαστικών σχέσεων, που εκδηλώνεται με τη δόμησή τους. Είναι επόμενο, λοιπόν, όταν αναφέρουμε τον όρο «καταστροφή» να μη θεωρούμε πως περιλαμβάνει μόνον το αποτέλεσμα (κράτος), αλλά το σύνολο του πλέγματος. Έτσι, δεν είναι δυνατό να υπάρχει διαφορετικός τρόπος αντιμετώπισης των δομών (καταστροφή) και διαφορετικός (κατάργηση) για την προέλευσή τους και τις διαδικασίες με τις οποίες βρίσκονται σε λειτουργία (σχέσεις). Άλλωστε, η σχέση δεν είναι κάτι το άυλο και ιδεατό, αλλά ορίζεται μέσα από πραγματικές συνθήκες τις οποίες και καθορίζει. Η καταστροφή των εξουσιαστικών σχέσεων είναι δεδομένο και αναμενόμενο γεγονός, για την άνθηση της ελευθερίας.

Ο αναρχισμός έρχεται σαν δομημένο εργαλείο να εφαρμόσει προκατασκευασμένες θεωρίες, οι οποίες σαν τέτοιες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα που υπάρχει και συνεπώς, παρά τις όποιες προθέσεις των υποστηρικτών του, είναι ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα. Σαν τέτοιος ενεργεί με όρους επιβολής, τουλάχιστον πάνω στην πραγματικότητα. Όρους που προέρχονται από την ανάγκη να υλοποιηθούν, όσα έχει συσκευάσει και προβάλλει σαν μοντέλα για μια άλλη κοινωνία.

Αντίθετα με αυτά, η αναρχία είναι η συνθήκη που θα χτιστεί με κοινωνικούς και στη συνέχεια κοινοτικούς, κι όχι με πολιτικούς, όρους.

Για να υπάρξει η δυνατότητα επαναπροσέγγισης της αναρχίας από τους ανθρώπους και να επαναοικειοποιηθούν την ελευθερία, την δημιουργικότητα, την αμοιβαιότητα, τις ειλικρινείς ανθρώπινες σχέσεις και την κοινοτική διαβίωση σε αρμονία με το περιβάλλον, θα πρέπει να απορριφθεί ολοκληρωτικά κάθε πολιτική μέθοδος. Συμπεριλαμβάνοντας σ’ όλη αυτή τη διεργασία, τόσο την λεγόμενη πολιτική βία όσο και τον χαρακτηριζόμενο πολιτικό πόλεμο και υλοποιώντας την κοινωνική απελευθερωτική βία στα πλαίσια ενός αντιεξουσιαστικού και αντικρατικού πολέμου.

Εφ’ όσον η αναρχική επανάσταση θα καταστρέψει το κράτος και τις εξουσιαστικές δομές, όπως και τις σχέσεις εξουσίας και αλλοτρίωσης, αυτό σημαίνει πως θα καταστρέψει και όλα εκείνα τα συστατικά, που είναι ικανά να το αναπαράξουν και κυρίως την πόλη και τον πολιτισμό, αλλά και τις μεθόδους που προέρχονται από αυτές τις συνθήκες. Αυτά τα εξουσιαστικά κατασκευάσματα δεν μπορούν να χρησιμεύσουν για μια ουσιαστική και πολύπλευρη απελευθερωτική διεργασία.

Συσπείρωση Αναρχικών





­­­­­­­­­­­­­­­­------------------

1. «Να ο λόγος για τον οποίο είναι ολοφάνερο πως ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό περισσότερο κι από τη μέλισσα κι από όλα τα άλλα που ζουν σε αγέλες. Γιατί, όπως είπαμε, δεν κάνει τίποτε στην τύχη». (Αριστοτέλης, Πολιτικά, Βιβλίο πρώτο)

2. «Εκ τούτων ούν φανερόν ότι των φύσει η πόλις εστί, καί ότι ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζώον, και ο άπολις διά φύσιν και ού δια τύχην ήτοι φαύλος εστιν, ή κρείττων ή άνθρωπος·» (Αριστοτέλης, Πολιτικά, Βιβλίο πρώτο)

3. Will Durant, Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, τόμ. Α΄.

4. W. G. Summer - A. G. Keller, Science of Society, 1928

5. Διαδρομή Ελευθερίας, φύλλο 38.

6. Bernard Grick, 1962.

(Δημοσιεύθηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ φύλλο 85, Ιούλιος - Αύγουστος 2009)