Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

Οι πρώτες αναρχικές / αναρχίζουσες ομάδες στον ελλαδικό χώρο


Η εμφάνιση των αναρχικών–αναρχιζουσών ιδεών μπορεί να εντοπιστεί χρονικά στο ίδιο terminus post quem που βρίσκουμε την εμφάνιση όλων των ριζοσπαστικών ιδεών στην Ελλάδα, δηλαδή στα 1848-9, έπειτα από την ήττα των δημοκρατικών ευρωπαϊκών κινημάτων. Η Ελλάδα ήταν μία από εκείνες τις χώρες που στάθηκε ανεκτικά ως και θετικά απέναντι στους εξόριστους επαναστάτες της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης. Πολλοί από αυτούς ήταν Ιταλοί –κυρίως– αναρχικοί ή αναρχίζοντες, στους οποίους ήταν εύκολη η αποβίβαση στο λιμάνι της Πάτρας και, κατά συνέπεια, η εγκατάστασή τους στην Πελοπόννησο, κυρίως στην Πάτρα και στον Πύργο καθώς και η ταυτόχρονη σπορά των ιδεών τους στο παρθένο σχεδόν πολιτικά έδαφος της περιοχής.

Παρότι η εγκατάσταση της πλειοψηφίας αυτών δεν υπήρξε μόνιμη, εντούτοις οι ιδέες τους έκαναν εντύπωση στους ντόπιους και όσο ο 19ος αιώνας πλησίαζε προς το τέλος του, ο αναρχισμός απέκτησε πολλούς Πελοποννήσιους οπαδούς. Σε αυτό το γεγονός συνέβαλαν σαφώς α) η παντελής ή η ισχνή παρουσίας των –όποιας απόχρωσης– «κρατιστικών» (με την έννοια της μη κατάργησης του κράτους) σοσιαλιστικών ιδεών στην περιοχή και β) πρωτίστως η σταφιδική κρίση που αναστάτωσε το σύνολο των κατοίκων της περιοχής και έφερε πολλούς κατεστραμμένους αγρότες και άλλους μικροαστούς κοντά στις αναρχικές ιδέες.

Και σε αυτή την περίπτωση, όπως στον φεντεραλισμό, οι φοιτητές των εθνικών ιδρυμάτων δεν είναι οι πρώτοι φορείς των ιδεών τους. Όμως, είναι οι Πελοποννήσιοι φοιτητές που θα σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος της αναρχικής/αναρχίζουσας προπαγάνδας στον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής τους, μην έχοντας όμως αντίστοιχα καλά αποτελέσματα από την δράση τους στα αθηναϊκά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό πως ενώ η πλειοψηφία των φοιτητών στα ανώτατα ιδρύματα ήταν Πελοποννήσιοι και ενώ η πολιτική τους δράση στον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής τους ήταν έντονη, στην πρωτεύουσα και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και στο Πολυτεχνείο η δράση τους είχε μόνον εκλάμψεις.

α) Ο «Δημοκρατικός Σύνδεσμος του Λαού»

Το 1875 ιδρύθηκε στην Πάτρα ο Δημοκρατικός Σύλλογος που έπειτα από έναν χρόνο και λόγω της ανάπτυξης του κινήματος μετονομάστηκε σε Δημοκρατικό Σύνδεσμο του Λαού. Γραμματέας του Συνδέσμου ήταν ο φοιτητής της Νομικής Κώστας Μπομποτής και μέλη του εξακριβωμένα υπήρξαν οι Διονύσιος Αμπελικόπουλος, φοιτητής και αργότερα καθηγητής μαθηματικών και από τα πλέον δραστήρια μέλη του, Αλέξανδρος Ευμορφόπουλος, φοιτητής και κατόπιν τυπογράφος, Παναγιώτης Σουχτέρης ή Σουγλέρης, Γεώργιος Στράτος, Κώστας Γριμάνης ή Γρημάνης, Γιώργος Παπαρρήτωρ, Δημήτρης Σπαθάρας, Παναγιώτης Ευμορφόπουλος, Ασημακόπουλος και ο δικηγόρος Ιωάννης Φίλιος που αποτελούσε τον σύνδεσμο της Αθήνας ενώ μέλος του φαίνεται πως ήταν και το μέλος του Ρήγα Αριστείδης Ρούκης ή Ρούκος που συνελήφθη στις 10 Φεβρουάριου του 1879 σε διαδήλωση.

Ο Σύνδεσμος είχε αρκετά καλές σχέσεις με οργανώσεις του εξωτερικού, κυρίως τις έχουσες έδρα την Ιταλία, ενώ συχνή ήταν και η αλληλογραφία του με αναρχοσυνδικαλιστικές οργανώσεις της Γαλλίας.

Ο Μπομποτής δημοσίευσε θέσεις του στην εφημερίδα Εργάτης του Παναγιώτη Πανά. Αυτή ήταν και η εφημερίδα που πρώτη δημοσίευσε το γεγονός της ίδρυσης του Συνδέσμου. Πέρα από αυτό, όμως, το γεγονός που σημάδεψε την ζωή του Συνδέσμου ήταν η έκδοση της εφημερίδας–οργάνου της, της Ελληνικής Δημοκρατίας την 1η Μαΐου του 1877 με μότο την φράση Ἡ ἐπανάστασις εἶναι ὁ νόμος τῆς προόδου. Το πρώτο και μοναδικό φύλλο που βγήκε φαίνεται πως τάραξε την πατρινή αστική κοινωνία που μάλλον αιφνιδιάστηκε από αυτή την έκδοση και η κατάσχεσή του ήταν άμεση, όπως και η προσαγωγή των μελών του Συνδέσμου – όσων βρέθηκαν έστω – σε δίκη.

Στην δίκη τους βρήκαν υποστηρικτές, όπως είδαμε νωρίτερα, την εφημερίδα και τα μέλη του Ρήγα, ιδίως τους Χοϊδά και Πανά που τους υπερασπίστηκαν και πέτυχαν το αθωωτικό βούλευμα της 7ης Ιουλίου 187716, ενώ και ο Θεόδωρος Γενναίος Κολοκοτρώνης (Φαλέζ) κατέβαλε χρηματική εγγύηση υπέρ τους. Μετά από αυτό το γεγονός ο Σύνδεσμος υπολειτουργούσε μέχρι το 1880, οπότε και χάνονται τα ίχνη του.

Η εξέταση του χαρακτήρα του Συνδέσμου παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και στην εργασία αυτή μόνον αδρές γραμμές μπορούν να γραφούν. Είναι σαφές πως οι θέσεις του σε γενικές γραμμές δείχνουν πως αποτελούν ένα κράμα όλων των αναρχικών αντιλήψεων της εποχής, όπως είναι ξεκάθαρο πως οι διεθνείς επαφές του σχεδόν περιορίζονται στον αναρχικό/αναρχίζοντα κύκλο. Όμως, αν παρατηρήσει κανείς την αλληλογραφία με τις οργανώσεις του εξωτερικού θα διαπιστώσει μία θολή εικόνα για θεσμούς που σαφέστατα απαντούν σε κρατικές οντότητες. Π.χ. η στάση τους απέναντι στον κατώτερο κλήρο δεν περιορίζεται στην αποδοχή τους ως λαϊκού στοιχείου, αλλά ως καθαυτού κλήρου, χώρια που συχνά δηλώνεται σύγχυση για τον ρόλο του κράτους. Παρότι οι αναρχικοί σήμερα συγκαταλέγουν τον Δ.Σ.Λ. στον κύκλο τους, πρέπει να σταθούμε επιφυλακτικοί σε μια τέτοια τοποθέτηση και να θεωρήσουμε τον Σύνδεσμο ως μία εν συγχύσει τελούσα ιδεολογικά σοσιαλιστική ομάδα (κάτι όχι περίεργο για την ελληνική πραγματικότητα της περιόδου). Τόσο ο Λεονταρίτης, όσο και ο Λάζαρης αναφέρουν το ιδεολογικό πρόβλημα της ομάδας αυτής, ο δε Λάζαρης δίνει μία αρκετά καλή περιγραφή ενώ και άλλοι μελετητές διστάζουν να την εντάξουν ξεκάθαρα σε κάποιο πεδίο της αριστεράς.

β) Οι αναρχικές ομάδες Πάτρας και Πύργου

Κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα δημιουργήθηκαν στην Πελοπόννησο δύο αναρχικοί σύλλογοι, ένας στον Πύργο και ένας στην Πάτρα, αν και η εμφάνιση αναρχικής απόχρωσης συλλόγων αυτή την εποχή παρατηρείται σε όλη σχεδόν την χερσόνησο. Περί το 1892, μία προσπάθεια του Καλλέργη να δημιουργήσει παράρτημα του ομίλου του στον Πύργο οδηγήθηκε σε αποτυχία, καθώς οι ιδεολογικές διαφορές ανάμεσα στα μέλη του παραρτήματος ήταν χαώδεις και η αναρχική πτέρυγα προκάλεσε διάσπαση με επικεφαλής τον Σπύρο Νάγο. Αυτή η κίνηση, πάντως, δεν είχε σημαντική συνέχεια και δεν είναι από αυτές που μας απασχολούν εδώ.

β1) Αναρχική ομάδα Πάτρας

Ο Καλλέργης προσπάθησε να διευρύνει τον κύκλο του και στην Πάτρα και γύρω στα 1893 είχε εκεί ως ανταποκριτή της εφημερίδας του, του Σοσιαλιστή, τον Γιάννη Μαγκανάρα. Αυτό το παράρτημα που ήταν εξαιρετικά δραστήριο επονομαζόταν Σοσιαλιστική Αδελφότης και εξέδιδε και δύο έντυπα, το Φῶς και το Ἐμπρός με διευθυντή τον δικηγόρο Βασίλη Δουδούμη. Στην κίνηση συμμετείχαν και οι Αριστοτέλης Θάλης, αρχιτέκτονας, και ο δάσκαλος Χαρίλαος Δημητρόπουλος.

Και σε αυτή την περίπτωση, το έντονα δραστήριο κομμάτι ήταν το αναρχικό ή αναρχίζον και ήταν φυσική συνέπεια η αποχώρησή του από την Αδελφότητα και η συγκρότηση ιδιαίτερης αναρχικής ομάδας στα 1896. Ανάμεσα σε άλλους, μέλη της ήταν οι Δρόσος Αντ. Μεϊντάνης, φοιτητής της Ιατρικής που εργάστηκε ως σκιτσογράφος και ασχολήθηκε με την ποίηση, ενώ αργότερα έδρασε για την δημιουργία αναρχικής ομάδας στην Αθήνα, αλλά πέθανε από φυματίωση στην Κέρκυρα από όπου καταγόταν το 1901, Δ. Καραμπίλιας που θα συμμετάσχει και στην αθηναϊκή ομάδα του Μεϊντάνη αργότερα αλλά θα προσχωρήσει στον μαρξισμό-λενινισμό, Κώστας Σταυρόπουλος, Π. Κοτζιάς, τυπογράφος, Βασίλης Καλλιοντζής, δικηγόρος που είχε καταδικάσει παλαιότερα από αστική οπτική γωνία τον Δημοκρατικό Σύνδεσμο του Λαού, Κ. Δημόπουλος, Χαρίλαος Δημητρόπουλος, ιδιοκτήτης του παιδαγωγείου Ο Πλάτων, Ευστ. Καπογιαννόπουλος, Αρίστ. Γκριμούτης, εκδότης με καταγωγή από την Ηλεία, Κων. Παναγόπουλος, Χαράλ. Καλυβάς, Αχιλλέας Ορφανίδης, Σπ. Λιναράς και οι φοιτητές Γεώργιος Μουρίκης, Αντώνης Δούφας, Δ. Ζαφειριάδης, αν και από την ομάδα των τριών τελευταίων ο Μουρίκης δεν φαίνεται να υπήρξε οπαδός του αναρχισμού αλλά έτυχε να κυνηγηθεί με τους αναρχικούς της Πάτρας μετά την απόπειρα κατά του βασιλιά.

Από την αρχή της Σοσιαλιστικής Αδελφότητος, πριν την διάσπασή της, η ομάδα αυτή και τα μέλη της έριξαν ιδιαίτερο βάρος στην οργάνωση του συνδικαλιστικού κινήματος. Ως την αποχώρηση των αναρχικών, το όργανο της Αδελφότητος ήταν το Φῶς και επαφές υπήρξαν ακόμη και με την ομάδα του Δρακούλη, τον οποίον μάλιστα στήριξαν ενόψει των εκλογών του 1895, αν και δεν εξελέγη. Χαρακτηριστικό για την δράση της Αδελφότητος, κάτι που και η διάδοχή της αναρχική ομάδα τήρησε, ήταν πως στο δημοτικό σχολείο της Πάτρας οργάνωνε ανοιχτά λαϊκά πολιτικά μαθήματα και οι ίδιες συγκεντρώσεις αποτελούσαν συχνά και τις γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων, όπου έπαιρναν αποφάσεις για τα θέματα που τους αφορούσαν όπως και για τις κινητοποιήσεις τους.

Αρκετές από τις πληροφορίες για την δράση του αναρχικού αυτού ομίλου, όπως και του αντίστοιχου της Ηλείας, τις αντλούμε από την έκθεση του Εργατικού Αναρχικού Συνδέσμου της Αθήνας προς το Διεθνές Επαναστατικό Συνέδριο που συνήλθε στο Παρίσι στα 1900. Μαθαίνουμε πως ο Γιάννης Μαγκανάρας ξεκίνησε την έκδοση της εφημερίδας Ἐπί τά πρόσω (1896) ενώ η διαφωτιστική δουλειά του ομίλου επεκτάθηκε και σε μεταφράσεις των επιφανέστερων θεωρητικών της αναρχίας. Σημαντικό είναι το γεγονός της συγκρότησης της «Αναρχικής Βιβλιοθήκης» με υπεύθυνο τον Μαγκανάρα πάλι. Σε επίπεδο πολιτικής δράσης, η οργάνωση της Πάτρας στήριξε ή και οργάνωσε απεργιακές εκδηλώσεις και φαίνεται πως δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα στον χώρο των σταφιδοπαραγωγών, εκμεταλλευόμενη το οξύτατο πρόβλημα που προκαλούσε η σταφιδική κρίση.

Το Ἐπί τά πρόσω προπαγάνδιζε και μη αναρχικές σοσιαλιστικές ιδέες, δείγμα κι αυτό των συγχύσεων που υπήρχαν και στις πιο ξεκάθαρες ιδεολογικά ομάδες (αν κι εδώ η ευθύνη βαρύνει περισσότερο τον Μαγκανάρα). Με αφορμή κάποιες τρομοκρατικές ενέργειες ατομικού χαρακτήρα που δεν είχαν, πάντως, σχέση με την ομάδα αυτή, η εφημερίδα έκλεισε για να επανεκδοθεί λίγο αργότερα με διευθυντή τον Καραμπίλια. Ο φοιτητής Δημήτρης Αρνέλλος, φοιτητής ρέπων προς τον αναρχοχριστιανισμό, θα επιδοθεί σε μεταφράσεις αναρχικών κλασσικών έργων, όπως το Αναρχία, η φιλοσοφία και το ιδεώδες της του πρίγκηπα Πέτρου Κροπότκιν και το Θεός και κράτος του Μπακούνιν, τα οποία θα κυκλοφορήσουν μόνο ως χειρόγραφα.

Το χτύπημα που υπέστησαν με την τρομοκρατική ενέργεια έφερε τα μέλη του ομίλου σε θέσεις λιγότερο δυναμικές και να δίνουν βάρος στην ιδεολογική δουλειά, αν και τελικός στόχος του κρατικού μηχανισμού δεν ήταν μόνο οι αναρχίζοντες αλλά όλοι οι φορείς προοδευτικών ιδεών και η οποιαδήποτε αφορμή θα στεκόταν ικανή να οδηγήσει σε ένα κυνήγι μαγισσών, πράγμα που τελικά επιβεβαιώθηκε μετά την δολοφονική απόπειρα κατά του βασιλιά Γεωργίου στις 14 Φεβρουαρίου 1898.

β2) Αναρχική ομάδα Πύργου

Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια του Καλλέργη να στήσει παράρτημα του ομίλου του στον Πύργο, η περιοχή της Ηλείας από ριζοσπαστικής απόψεως μονοπωλείτο από τους αναρχικούς/αναρχίζοντες, οι οποίοι συσπείρωναν όλους τους έχοντες «επαναστατημένη» συνείδηση της Ηλείας. Αυτό το μαρτυρά και η προαναφερθείσα έκθεση των Αθηναίων αναρχικών.

Οι αναρχικοί του Πύργου έδρασαν εντονότερα προς τα τέλη της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα. Ανάμεσά τους βρίσκουμε τους Πάνο Μαχαιρά ή Γιαννόπουλο, εργάτη και ηγέτη των αναρχικών του Πύργου, Βασίλη Θεοδωρίδη, Δημήτρη Αρνέλλο, Νικόλαο Διδάχο, Παύλο Κοροβέση, Σπύρο Κατήρα ή Κατήρη, Δημ. Διονυσόπουλο, Κ. Νοβιτέτη ή Νοβιτέρη, Γεώργιο Πετρίτση, Βασίλη Πούλο, Ι. Παναγούτη ή Παναγούλη, Δρόσο Μεϊντάνη, όπως είπαμε της Ιατρικής, Δημ. Μπαντούνα, φοιτητή της ίδιας σχολής και δολοφονηθέντα το 1898 ίσως για πολιτικούς λόγους, Πάνο Τσεκούρα ή Τσεκουρόπουλο, ποιητή και φοιτητή της Νομικής, Σπύρο Νάγο, ο οποίος πρώτος εναντιώθηκε στον Καλλέργη στον νομό, Γιώργο Κουρουπά και Γεωργία Κοσέ.

Η ομάδα αυτή εξέδωσε τον Οκτώβριο του 1898 το έντυπο όργανό της με τίτλο Νέον Φῶς (ως συνέχεια του παλαιότερου εντύπου της Πάτρας) με εκδότη τον Θεοδωρίδη. Το φύλλο θα κλείσει τον Ιούνιο του 1899.

Ο χαρακτήρας του εντύπου, σε αντίθεση με τον ευρύτερο ιδεολογικό προσανατολισμό που αποπνέει από τα ποικίλα έγγραφα του ομίλου, είναι σχετικά ασαφής με ευθύνη μάλλον του Θεοδωρίδη που ανήκε στον κύκλο του Αρνέλλου (αναρχοχριστιανός). Έτσι, στο αναρχικό, κατά πολιτική βάση, έντυπο φιλοξενούνται άρθρα και χριστιανικής απόχρωσης αλλά και «κρατιστών» σοσιαλιστών (π.χ. του Δρακούλη).

Η ώρα της διεθνούς αναγνώρισης για τον όμιλο του Πύργου ήρθε το 1899, όταν προσεκλήθη στο Διεθνές Αναρχικό ή Επαναστατικό Συνέδριο των Παρισίων που πραγματοποιήθηκε στα 1900. Όμως οικονομικοί λόγοι δεν επέτρεψαν την αποστολή αντιπροσώπων και ο Πυργιώτες αναρχικοί περιορίστηκαν στην αποστολή μίας χαιρετιστήριας επιστολής, στην οποία παρουσίασαν την δράση τους και έδωσαν μία μάλλον κολακευτική και πολλά υποσχόμενη εικόνα για την αναρχική κίνηση, αν λάβει κανείς υπόψη πως λίγους μόνο μήνες μετά η ομάδα και το αναρχικό ρεύμα έσβησαν άδοξα.

γ) Εργατικός Αναρχικός Σύνδεσμος Αθήνας

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η δολοφονική απόπειρα κατά του Γεωργίου, στάθηκε αφορμή για να εξαπλωθεί διωγμός κατά των προοδευτικών–σοσιαλιστικών ιδεών και των φορέων τους. Η διάλυση των αναρχικών/αναρχιζουσών οργανώσεων της Πελοποννήσου συνιστά ένα εντυπωσιακό χτύπημα που κατάφερε το καθεστώς, κυρίως λόγω της απουσίας συνέχειας του αναρχικού λόγου στην περιοχή.

Πάντως οι αυτόνομες προσπάθειες δεν σταμάτησαν, με κυριότερη αυτή του φοιτητή Δρόσου Μεϊντάνη που συναντήσαμε νωρίτερα. Σε συνεργασία με αποχωρήσαντα μέλη της αναρχίζουσας (πλην ασήμαντης) οργάνωσης Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος «Κόσμος» προχώρησε στην ίδρυση του Αναρχικού Εργατικού Συνδέσμου στην Αθήνα που μας παρέδωσε σημαντικές ειδήσεις για την δράση των οργανώσεων της Πελοποννήσου. Ιδρύθηκε το 1898 και διαλύθηκε στα 1901, ουσιαστικά μετά τον θάνατο του ιδρυτή της.

Μέλη του Συνδέσμου υπήρξαν οι παλιότεροι αναρχικοί Γ. Μαγκανάρας και Δ. Καραμπίλιας καθώς και οι Χ. Κουλουμπής, Λουίζα Σπαρτάλη, Πάνος Γεροντής, Ανδρ. Παπαμαρτυρόπουλος, Δ. Κουλανής, Γ. Παπαννάς, Χρ. Δέδες, Μ. Καραγιαννόπουλος και Ν. Μωραΐτης. Και αυτή η ομάδα όμως δεν κατόρθωσε να ορθοποδήσει μετά τους διωγμούς. Ο Σύνδεσμος της Αθήνας υπήρξε η τελευταία σοβαρή αναρχική κίνηση στον χώρο του ελληνικού κράτους τουλάχιστον ως την δεκαετία 1920-30. Μάλιστα, αρνήθηκε ακόμη και την συγκρότηση εσωτερικής διοίκησης, κρατώντας μία συνεπή αναρχική στάση.

Οι αναρχικές κινήσεις στις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα συνιστούν μάλλον γελοιογραφία του ελληνικού αναρχικού ρεύματος. Χαρακτηριστικά σημειώνουμε πως στα 1910 περίπου στους διανοούμενους του Εργατικού Κέντρου Λάρισας ανήκε και ο φοιτητής Δημοσθένης Μπιτσάκης που αυτοχαρακτηριζόταν αναρχικός και ταύτιζε τον αναρχισμό με τον σοσιαλισμό, παρότι ακόμη και στην πολιτικά καθυστερημένη Ελλάδα εκείνη την εποχή ήταν ξεκάθαροι οι διαφορετικοί πολιτικοί στόχοι της αναρχίας και του σοσιαλισμού. Τελικώς στα 1912 θα προσχωρήσει στο κόμμα του Βενιζέλου30. Επίσης, γύρω στα 1911, στο καφενείο Κήπος στην Κλαυθμώνος σύχναζαν αναρχικοί, αλλά η δράση τους περιοριζόταν στο κάπνισμα, στην καφέποση, στον σχολιασμό και κάποτε έγραφαν και κάποιο σύνθημα στους τοίχους του καφενείου. Ο καφετζής ήταν πρώην σερβιτόρος σε μεγάλο ξενοδοχείο και οπαδός του σοσιαλισμού (όχι της αναρχίας) και καθώς κάπου–κάπου πήγαιναν εκεί μέλη της Φοιτητικής Συντροφιάς ο ίδιος τα έδιωχνε γιατί έκρινε ότι το έργο τους ήταν πολύ σοβαρό για να κάθονται εκεί. Τελικώς, ενώ ο αναρχισμός θα φέρει στο προσκήνιο αιτήματα των εργαζομένων κυρίως στα παραδοσιακά επαγγέλματα αλλά και στους μικροπαραγωγούς, θα ξεπέσει λόγω του ότι απομάκρυνε τον κόσμο από τον πολιτικό αγώνα και αυτό στο όνομα του οράματος μίας ριζικής αλλαγής. Έδωσε δηλαδή πατήματα για μια μεταρρυθμιστική πολιτική, εξαφανίστηκε δε γιατί απομάκρυνε τα προστατευόμενα υπ’ αυτόν θιγόμενα πρόσωπα από μία πολιτική, έστω μεταρρυθμιστική.