Σάββατο 24 Ιουλίου 2010

ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ


(Όπου τα δανεικά εργαλεία γίνονται δεκανίκια της εξουσίας…)


Στο δρόμο για την αναρχία δεν υπάρχουν δόγματα και ιδεολογίες. Δεν υπάρχουν προκατασκευασμένες συνταγές και έτοιμες λύσεις. Προ πάντων, δεν ταιριάζουν …δανεικές μέθοδοι και μέσα, τα οποία είναι συνυφασμένα με την εξουσιαστική ιδεολογία. Και όταν λέμε εξουσιαστική ιδεολογία δεν αναφερόμαστε μόνο στην ατόφια εκδήλωσή της αλλά και στις αριστερές, σοσιαλιστικές ή κομμουνιστικές εκδοχές και παραλλαγές της.

Μέσα στον αγώνα των αναρχικών είναι και η διαρκής αναζήτηση και συγκέντρωση εμπειριών μέσα από τις οποίες ξεπηδούν και γίνονται επανα-οικειοποιήσιμα ορισμένα απελευθερωτικά χαρακτηριστικά, τόσο από τους ίδιους, όσο και από τους υπόλοιπους αγωνιζόμενους ανθρώπους. Χαρακτηριστικά τα οποία είναι ικανά να συμβάλουν στην καταστροφή των θεσμών και μηχανισμών καταπίεσης κι εκμετάλλευσης. Όμως, ο αναρχικός αγώνας είναι, ταυτόχρονα, και μια διαρκής πάλη για το ξεκαθάρισμα με το λόγο και την πράξη αυτών των απελευθερωτικών χαρακτηριστικών.

Ήδη με την αναφορά μας –λίγο πιο πάνω– στην αριστερά είναι αναμενόμενη μια έντονη «αντίρρηση». Η «αντίρρηση» αυτή προέρχεται από όσους τοποθετούν θεωρητικά (αλλά και πρακτικά) την αναρχία ΜΕΣΑ στην αριστερά, ισχυριζόμενοι πως αποτελεί κομμάτι της.

Σε σχέση με μια τέτοια τοποθέτηση θα πρέπει να επισημάνουμε πως υπάρχει μια τεράστιου μεγέθους παραποίηση της πραγματικότητας, όταν προβάλλεται ο ισχυρισμός πως η αναρχία αποτελεί μέρος της αριστεράς ή κάποιου σοσιαλιστικού κινήματος γενικότερα. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις εκείνες όπου η αναρχία εμφανίζεται ως μια από τις υποδιαιρέσεις τού (ή κάποιου) «επαναστατικού κινήματος».

Όλες αυτές οι …ταξινομήσεις βασίζονται σε μία, χωρίς επιφυλάξεις, αποδοχή κάποιων θέσεων, οι οποίες έχουν διεισδύσει στις απελευθερωτικές διεργασίες και οι οποίες σύμφωνα με τη λογική της αποδοχής των «αυτονόητων» έχουν διατηρηθεί χωρίς να γίνουν αντικείμενο κάποιας ουσιαστικής προσέγγισης με βάση την Αναρχική Θεώρηση.

Η πείρα, όμως, της κοινωνικής και αντικρατικής δράσης έχει αποδείξει πως τις πλέον βαθιές παραμορφώσεις της αλήθειας τις προκαλούν οι έτοιμες θεωρίες και η επιπόλαιη αποδοχή διαφόρων καταστάσεων, λογικών και πρακτικών που είναι προϊόντα της εξουσιαστικής ιδεολογίας.

Όσο υπάρχει αυτή η ιδιότυπη εκκρεμότητα προκύπτουν συνεχώς εμπόδια. Αυτό οφείλεται στην ανάμιξη εξουσιαστικών λογικών και δραστηριοτήτων με τις απελευθερωτικές απόψεις και πρακτικές. Και δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που συνήθως συμβαίνει: η διαρκής εμπλοκή τέτοιων θέσεων να εκτροχιάζει τους ανθρώπους και τα κοινωνικά σύνολα από την απελευθερωτική προοπτική.

Πιο συγκεκριμένα.

Η παραδοχή πως η αριστερά (σε κάθε της εκδοχή) είναι εξουσιαστική, δεν μπορεί να συμπορευτεί με την όποια αποδοχή πως η αναρχία είναι μέρος της. Σ’ αυτή την περίπτωση, –και πέρα από κάθε αμφιβολία–, υπάρχει άρνηση της αναρχίας, αφού θεωρείται τμήμα ενός εξουσιαστικού συνόλου, το οποίο λέγεται αριστερά. Οι συνέπειες αυτής της αποδοχής γίνονται ακόμα πιο δραματικές όταν κατανοήσουμε πως αυτό το εξουσιαστικό σύνολο (η αριστερά) ανήκει, με τη σειρά του, στο επίσης εξουσιαστικό υπερσύνολο που ορίζεται από τον κρατισμό και την κυριαρχία.

Θα ήταν «μικρό» το κακό αν οι συνέπειες της ένταξης της αναρχίας στην αριστερά δεν είχαν προεκτάσεις που φτάνουν στο σημείο να κατασκευάζουν μια άλλη «πραγματικότητα» από αυτήν που έχει καταγραφεί κοινωνικο-ιστορικά.

Αυτή η άρνηση αφορά την πολυχιλιετή ιστορία των απελευθερωτικών αγώνων των ανθρώπων ενάντια στην εξουσία και τον εξανδραποδισμό. Έτσι αυτοί οι αγώνες και οι κοινωνικές επαναστάσεις, οι αναρχικές ή αναρχικού τύπου κοινότητες των λεγόμενων αρχαίων χρόνων, αλλά και των μετέπειτα αιώνων, είναι σαν να μην υπήρξαν ή σαν να ήταν φαινόμενα άνευ ιδιαίτερης σημασίας, εφ’ όσον τότε δεν υπήρχε …αριστερά για να ενταχθούν σ’ αυτήν. Μ’ αυτού του είδους το «άλμα» η ιστορία των ανθρώπινων αγώνων για ελευθερία, ισότητα και δικαιοσύνη φαίνεται να έχει διάρκεια «ζωής» μόνο τις τρεις τελευταίες εκατονταετίες, όση δηλαδή η αριστερο-σοσιαλιστική ιδεολογία και πρακτική.

Η αλήθεια, όμως, βρίσκεται στο γεγονός πως η αναρχία προϋπάρχει της κάθε αριστεράς αλλά και του οποιουδήποτε σοσιαλισμού, επιστημονικού ή μη. Αν θέλουμε, μάλιστα, να ακριβολογήσουμε είμαστε υποχρεωμένοι να επισημάνουμε πως η αριστερά –όπως και οι υπόλοιπες παραφυάδες της ιδεολογίας της κυριαρχίας– μη μπορώντας να αποτελέσει με κανένα τρόπο κομμάτι της συνολικής απελευθερωτικής προοπτικής των ανθρώπων και των κοινωνιών, προσπαθεί διαρκώς να διεισδύσει και να αλώσει τις ανταγωνιστικές προς το κράτος και το κεφάλαιο κινήσεις των ανθρώπων.

Είναι πέρα από κάθε αμφιβολία αποδεκτό πως το μεγάλο εργαλείο για την παραπλάνηση των ανθρώπων που αγωνίζονται είναι η αριστερή λογική της κυριαρχίας. Έρχεται να μετατρέψει τις διεργασίες που αναπτύσσονται μέσα στους κοινωνικούς αγώνες σε …διαδικασίες. Οικειοποιείται –διαστρεβλώνοντας–, τις προσπάθειες των ανθρώπων που εξεγείρονται ή επαναστατούν. Γι’ αυτούς τους σκοπούς χρησιμοποιούνται οι πολλαπλές –σοσιαλιστικές και μη– μεταμορφώσεις, οι βαρύγδουποι μανδύες των επιστημονικών αναλύσεων (Μαρξισμός), αλλά και οι αριστερές …αποχρώσεις του κρατισμού, που προβάλλουν τον προοδευτισμό, τον εναλλακτισμό και τις διάφορες κουλτουριάρικες καρικατούρες. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι περιπτώσεις όπου αυτές οι προσπάθειες έχουν κατορθώσει να ξεστρατίσουν τους αγωνιζόμενους και να τους οδηγήσουν στα μονοπάτια του ρεφορμισμού.

Γι’ αυτό το λόγο, οι αναρχικοί είναι υποχρεωμένοι να τοποθετηθούν και να δράσουν ανταγωνιστικά προς ό,τι αντιστρατεύεται την απελευθερωτική προοπτική και στη συγκεκριμένη περίπτωση στη λογική και τις μεθοδεύσεις που εκπορεύονται από την αριστερά –και όχι μόνο.
Αυτοοργάνωση

Όλα όσα προαναφέρθηκαν έχουν σχέση με πολλά ζητήματα. Εδώ όμως θα ασχοληθούμε με ένα από αυτά που είναι η αυτοοργάνωση. Η λέξη φαντάζει το τελευταίο διάστημα ως το …φάρμακο για πολλές «αρρώστιες». Αυτή η «επικαιρότητα» δεν ξενίζει. Διάφορες εξουσιαστικές πρακτικές ξεπροβάλλουν, –πολλές φορές εν αγνοία όσων συμμετέχουν στις διαδικασίες που προτάσσονται–, προκειμένου να καλύψουν τα κενά που παρουσιάζουν τα μέσα επιβολής (θεσμοί-μηχανισμοί) που υπάρχουν. Αλλά και να «αναβαθμίσουν» τις ψευδαισθήσεις των εξουσιαζόμενων, επιδιώκοντας να τους κάνουν ευτυχισμένους αποδέκτες των συνθηκών αλλοτρίωσης.

Αυτά τα κενά των μέσων επιβολής, γίνονται ιδιαίτερα εμφανή σε συνθήκες έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων ανάμεσα στις εξουσιαστικές κλίκες –ή και–, κατά τη διάρκεια συγκρουσιακών και εξεγερτικών γεγονότων ή όταν αυτά εκδηλώνονται ταυτόχρονα.

Η εμπειρία σ’ αυτόν τον τομέα μιλά από μόνη της. Σε περιόδους κοινωνικών αναταράξεων, το κράτος βρίσκει τρόπους να εγκλωβίζει και να κατευθύνει τον κόσμο μέσω των θεσμισμένων μηχανισμών του σε ακίνδυνες για το σύστημα ενέργειες. Αυτό έγινε τη δεκαετία του ’60 όπου ένα τεράστιο κοινωνικό δυναμικό αναλώθηκε σε …δεντροφυτεύσεις και πρακτικές καλής θελήσεως, για να μην πούμε για το εξαντλητικό ξεποδάριασμα στις «πορείες ειρήνης». Όλα αυτά προλείαναν το έδαφος για το τελικό μάντρωμα και την απρόσκοπτη επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας της 21ης Απρίλη.

Όσον αφορά, λοιπόν, την αυτοοργάνωση (για να επανέλθουμε στο ζήτημά μας) συμβαίνει να παρουσιάζεται μια παραπλανητική εικόνα προς όσους αγωνίζονται. Μια εικόνα που δείχνει πως, μέσα από αυτήν, θα επιτευχθούν απελευθερωτικά βήματα. Στην πραγματικότητα, αυτοί που προτείνουν αυτό το μέσο, γνωρίζουν πολύ καλά προς ποια κατεύθυνση κινείται μια αυτοοργανωμένη διαδικασία. Η κατεύθυνση μπορεί να γίνει φανερή τόσο από το «περιεχόμενο» της δράσης, όσο και από αυτά που οι ίδιοι οι προτείνοντες αυτοοργάνωση –κατά καιρούς– καταθέτουν γραπτά.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που χρειάζεται …αποκρυπτογράφηση. Αυτή θα προσπαθήσουμε να κάνουμε εξετάζοντας το ζήτημα από την σκοπιά της αναρχικής κοινωνικής απελευθέρωσης. Άλλωστε πιστεύουμε ότι –τις περισσότερες φορές– οι ασάφειες και οι παραπομπές στα …αυτονόητα, οφείλονται είτε σε άγνοια, είτε σε σκόπιμη θολούρα με ανομολόγητους σκοπούς. Από την πλευρά μας θεωρούμε πως η ειλικρίνεια είναι ένα από τα προαπαιτούμενα στους κοινωνικούς αγώνες. Όσο για τα …αυτονόητα, αυτά δεν υπάρχουν.
Τι είναι, όμως, η αυτοοργάνωση;

Αν ανατρέξουμε στις διάφορες αναφορές που γίνονται γι’ αυτήν, θα διαπιστώσουμε την κοινότητα του ορισμού της. Ιδιαίτερη θέση κατέχει η αυτοοργάνωση τόσο σε μαρξιστικά φιλοσοφικά κείμενα, όσο και σε αριστερές και αριστερίστικες αναλύσεις και προτάσεις. Αλλά, δεν απουσιάζει από τις κομματικές θέσεις και τα πολιτικά προτάγματα του ΠΑΣΟΚ:

«Η αυτο-οργάνωση έχει οριζόντια δομή και όχι κάθετη. Υπάρχει ένα σημείο αναφοράς και όχι μια κομματική γραφειοκρατία κομμουνιστικού τύπου. Το ΠΑΣΟΚ πάντοτε έδειχνε το δρόμο της πρωτοπορίας.

Σκοπός της αυτο-οργάνωσης (ή μάλλον θεωρητικός στόχος προς το παρόν και ελπίζω πράξη σύντομα) είναι να «λειτουργήσει» εκεί που τελειώνει η αρμοδιότητα των ΝΕ (Νομαρχιακών Επιτροπών) και ΤΟ (Τοπικών Οργανώσεων) και αρχίζει η κοινωνία. Δηλαδή, οι αυτο-οργανώσεις είναι το σημείο επαφής ΝΕ και ΤΟ με τους ενεργούς πολίτες αυτής της κοινωνίας. Εκτιμώ ότι δεν υπάρχει περίπτωση οι «ανοιχτές» ΤΟ και ΝΕ να λειτουργήσουν και να παράγουν κοινωνικό έργο» (Γιάννης Γ. Αγγέλου, ΑΥΤΟ-ΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ – ΑΝΟΙΧΤΟ ΚΟΜΜΑ).

Αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ:

«Η αυτοθέσμιση του ΣΥΡΙΖΑ ή θα περνάει μέσα από τα κοινωνικά πεδία και από εκεί στην πολιτική συγκρότηση-οργάνωση, ή θα περιοριστεί σε μια κακόγουστη αναπαράσταση». (Καρανίκας Νίκος, Επόμενο βήμα η αυτοθέσμιση του ΣΥΡΙΖΑ – δημοκρατία, αυτοοργάνωση, χειραφέτηση)

Αναμφίβολα σ’ όλες τις τοποθετήσεις στο λήμμα της αυτοοργάνωσης, ο ορισμός που επικρατεί (με μικρές διαφοροποιήσεις) έχει ως εξής: «Διαδικασία η οποία χαρακτηρίζει τα συστήματα με υψηλό επίπεδο πολυπλοκότητας και συνίσταται στην ικανότητα των εν λόγω συστημάτων, υπό μεταβαλλόμενες εξωτερικές και εσωτερικές συνθήκες, να δημιουργούν, να αναπαράγουν, να διατηρούν και (είτε) να τελειοποιούν την οργάνωση τους».

Πρόκειται με απλά λόγια για έναν επιστημονικό ορισμό, που αφορά φαινόμενα στη φύση και την τεχνολογία. Το ερώτημα είναι κατά πόσο μπορούν όλα αυτά να έχουν λειτουργικά αποτελέσματα στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης και μάλιστα από την αναρχική σκοπιά της;

Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική, αφού η μεταφορά όλων αυτών των καταστάσεων μέσα στον κοινωνικό ανταγωνισμό και η εγκαθίδρυσή τους ως μέσων αγώνα, οδηγεί στο μπλοκάρισμα των αγωνιστικών προσπαθειών των ανθρώπων προς μια απελευθερωτική κατεύθυνση.

Ας προσέξουμε ιδιαίτερα τους όρους πολυπλοκότητα, αναπαραγωγή και διατήρηση ή τελειοποίηση της οργάνωσης.

Εδώ, προφανώς, έχουμε να κάνουμε με την κατασκευή, ανακατασκευή και διατήρηση υποδομών και δομών που ήδη υπάρχουν ή, αφού κατασκευαστούν, θα ενταχθούν αναγκαστικά σε κάποια δομή ή υπερδομή. (Αρκετά κατατοπιστική, άλλωστε, είναι και η προηγούμενη παραπομπή μας στα κείμενα του ΠΑΣΟΚ και ΣΥ.ΡΙΖ.Α)

Εφ’ όσον αναφερόμαστε σε δομές, θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας θεσμούς-μηχανισμούς του κράτους, από τους οποίους εκπορεύονται οι διαδικασίες και στους οποίους θα ενταχθούν με διάφορους τρόπους όσα θα προκύψουν. Η δε υπερδομή (δηλαδή το κράτος) θα …εμπλουτιστεί δεόντως.

Σε ό,τι αφορά την πολυπλοκότητα δεν χρειάζεται να επιμείνουμε ιδιαίτερα, αφού είναι αναμενόμενο πως σε τέτοιες συνθήκες, χρειάζεται να υπάρχει υψηλός βαθμός «δυνατοτήτων» για τη διαχείρισή της. Εδώ, λοιπόν, υπάρχουν ή διαμορφώνονται συνθήκες, που συνιστούν το προνομιακό πεδίο για την κατοχύρωση και διαπλάτυνση των εξουσιαστικών σχέσεων.

Με πιο απλά λόγια αυτό σημαίνει πως, ακόμα κι αν δεχθούμε την πολυπλοκότητα σαν αποτέλεσμα της συνύπαρξης των διαφορετικών ατομικοτήτων που απαρτίζουν μια αυτοοργανωμένη κίνηση, τότε αναγκαστικά θα χρειασθεί να επιστρατευτούν τα μέσα της πολιτικής και της καθοδήγησης, σε συνδυασμό με τις απαραίτητες συγχωνεύσεις απόψεων και πρακτικών για να γίνει δυνατό …κάποιο προχώρημα.

Εννοείται πως τέτοιου είδους …«διευθετήσεις» δεν θα αποφέρουν κάποιον μέσο όρο, αλλά την ανάδειξη των ρεφορμιστικών προταγμάτων, που εξυπηρετούν αψεγάδιαστα τους πολιτικούς μηχανισμούς της εξουσίας.

Συμπερασματικά, η αυτοοργάνωση, –μετά από την παραπάνω διερεύνηση–, είναι ένα καθαυτό εργαλείο του κράτους για την αυτοκάθαρση και την βαθύτερη διείσδυση και επιβολή του στους ανθρώπους.

Σε κείμενα αριστερίστικων ομάδων, ήδη από τις αρχές της μεταπολίτευσης, υπάρχουν συνεχείς αναφορές στην αυτοοργάνωση ως μέσο, το οποίο, θα επιτρέψει σ’ αυτές να διεισδύσουν και να συνδεθούν με τους κοινωνικούς χώρους και τον κόσμο, με το πρόσχημα να τον …καθοδηγήσουν προς κάποιου είδους επανάσταση, αλλά στην ουσία να τον χειραγωγήσουν. Άλλωστε, τι το διαφορετικό θα μπορούσε να περιμένει κανείς από αυτούς τους αντικοινωνικούς μηχανισμούς που επιζητούσαν και επιζητούν την ανάληψη μεριδίων από την μεγάλη εξουσιαστική φάρα, σαν αμοιβή του ελέγχου και της καταστολής των αγώνων των καταπιεσμένων;

Στο ερώτημα της «σύνδεσης» οι αναρχικοί έχουν απαντήσει προ πολλού. Σύνδεση επιζητούν οι φορείς ιδεολογιών που θέλουν να επιβληθούν στην κοινωνία και τους ανθρώπους. Οι αναρχικοί αποτελούσαν ανέκαθεν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας. Οπότε τα «εκτός» της κοινωνίας και τα περί «σύνδεσης» δεν τους αφορούν. Με βάση αυτό το δεδομένο οι πρακτικές τους δεν μπορούν να σχετίζονται με αυτές των εξουσιαστών.

Πάμε παρακάτω…

Η αυτοοργάνωση είναι ένα πολιτικό εργαλείο. Συνεπώς εντάσσεται σε ευρύτερους πολιτικούς σχεδιασμούς.

«Οι αυτοοργανωμένες συλλογικότητες δεν είναι απλά ένας διαφορετικός τρόπος να κάνεις πολιτική. Παρ’ όλη την αποσπασματικότητα, την ασυνέχεια και τη μερικότητά τους, αποτελούν και ένα διαρκές πολιτικό πείραμα που εμπλουτίζει με εμπειρίες, γνώση, επεξεργασίες και πρακτικές το αντικαπιταλιστικό κίνημα».

[…] «Παρ’ όλο που οι αυτοοργανωμένοι κοινωνικοί αγώνες έχουν αποσπασματικό, μερικό, πολλές φορές και απλά διεκδικητικό ή συντεχνιακό χαρακτήρα, χωρίς να αναπτύσσουν ή να καταλήγουν σε έναν συνολικό ανατρεπτικό λόγο, η συμβολή και η σημασία τους είναι κομβική. Αποδεικνύουν ότι η αυτοοργάνωση δεν είναι ένα εσωτερικό μοντέλο του αντικαπιταλιστικού κινήματος αλλά μια κοινωνική πρακτική. Εγγράφουν στη συλλογική μνήμη τη δυνατότητα και την εμπειρία ότι μπορείς να αγωνίζεσαι, να δημιουργείς, να οργανώνεις την κοινωνική δραστηριότητα, χωρίς ανάγκη ύπαρξης κράτους, στρατών, αστυνομίας, μηχανισμών διαχωρισμένων από την κοινωνία»(Αυτόνομο Στέκι, Πως αντιλαμβανόμαστε την Αυτοοργάνωση).

Εδώ, πλέον, το ζητούμενο, μέσω της αυτοοργάνωσης, είναι να υπάρξουν μηχανισμοί που δεν θα είναι διαχωρισμένοι από την κοινωνία. Αν το κράτος θα μείνει στη γωνία (περιμένοντας την στιγμή που θα δικαιωθούν οι σχεδιασμοί του) ή θα καταστραφεί αυτά είναι «ψιλά γράμματα». Οπότε, είτε οι μηχανισμοί –μαζί και το κράτος– θα συνδεθούν για τα καλά με την κοινωνία, είτε το ρόλο των διάφορων μηχανισμών του κράτους θα αναλάβουν οι αυτοοργανωμένες δυνάμεις. Όπερ έδει δείξαι.

Η αυτοοργάνωση είναι ένα εργαλείο, που προφανώς λόγω της μερικότητάς του, όπως γίνεται αποδεκτό και από τα αποσπάσματα που παρατίθενται, χρειάζεται έναν πολιτικό φορέα που θα προσδώσει τα χαρακτηριστικά και τον λόγο. Γιατί, εφ’ όσον δεν υπάρχει συνολικός απελευθερωτικός λόγος, η αυτοοργάνωση δεν θα μπορέσει να δώσει μια λύση, αλλά θα εμπλουτίσει τις εμπειρίες αυτών που …θα δώσουν λύση.

Εδώ είναι πιθανό να τεθεί το ερώτημα: «Δεν θα μπορούσαν να βρίσκονται οι αναρχικοί στη θέση ‘‘αυτών που θα δώσουν λύση’’»;

Η απάντηση είναι σαφέστατα αρνητική, αφού η κατασκευή μια τέτοιας δομής σημαίνει πως βάζει τους αναρχικούς στη θέση αυτών που πάνε να περάσουν τη γραμμή τους και να καθοδηγήσουν. Εκείνο που έχει σημασία για την αναρχική κοινωνική απελευθερωτική προοπτική είναι το δυνάμωμα της αναρχίας, μέσα από την δημιουργία αναρχικών ομάδων, η ανάπτυξη συνεργασιών των αναρχικών ομάδων και διαρκής προσπάθεια για την ανάδειξη της Αναρχικής Θεώρησης στον κοινωνικό χώρο και στις σχέσεις και δραστηριότητες των ανθρώπων.

Είναι ξεκάθαρο πως από όποια πλευρά κι αν κοιτάξει κάποιος το ζήτημα της αυτοοργάνωσης, θα διαπιστώσει πως πρόκειται για ένα μέσο που έρχεται να συμπληρώσει και να διορθώσει τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού.

Όπως χαρακτηριστικά διατυπώνεται από διάφορους προπαγανδιστές της αυτοοργάνωσης, που δεν διστάζουν να πουν τα πράγματα με το όνομά τους: στις περιπτώσεις όπου το κράτος αδυνατεί να προσφέρει λύσεις, οι τοπικές κοινωνίες και οι πολίτες τους, αρχίζουν να στρέφονται, προς την αυτοοργάνωση. Είναι η μόνη λύση που απομένει για την προάσπιση των συμφερόντων τους, που όμως κινούνται πάντοτε μέσα στα πλαίσια που ορίζει το σύστημα κυριαρχίας-εκμετάλλευσης.

Είπαμε πως η καθοδήγηση αυτών των «μαζικών δομών» που στήνονται μέσω της αυτοοργάνωσης δεν εντάσσεται στην αναρχική θεώρηση και δεν θα μπορούσε να συσχετιστεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την αναρχική πρακτική. Από την άλλη, η εγκατάλειψη των αναρχικών μέσα σε τέτοιες δομές θα οδηγούσε, σε καταστροφικά αποτελέσματα. Είναι γνωστές οι επιπτώσεις της συμμετοχής των αναρχικών στα σοβιέτ κατά την διάρκεια της κοινωνικής επανάστασης στη Ρωσία (1917) και το συνακόλουθο πραξικόπημα των μπολσεβίκων.

Εν προκειμένω, το ζήτημα για τους αναρχικούς τίθεται διαρκώς, επίμονα και ξεκάθαρα: θα εργασθούμε για την αναρχία ή για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες αναμόρφωσης των συνιστωσών του συστήματος καταπίεσης κι εκμετάλλευσης;

Θα ήταν ιδιαίτερα παράξενο να μην πάρει, η πρακτική και η προτροπή για αυτοοργάνωση, τις απαιτούμενες διαστάσεις σε μια μετα-εξεγερσιακή κατάσταση όπως αυτή που διανύουμε. Η κινητικότητα στο κοινωνικό χώρο μετά από μια εξέγερση, ενεργοποιεί κάθε είδους μηχανισμούς αφομοίωσης και ρεφορμισμού. Αυτοοργάνωση εδώ, αυτοοργάνωση εκεί, το ίδιο και …παραπέρα.

Σε πολλές περιπτώσεις η προτροπή για αυτοοργάνωση σχηματοποιείται σε συνθήματα μεταξύ των οποίων είναι και το «Αυτοοργάνωση σε όλες τις Γειτονιές, Όχι σε Πόλεις Φυλακές» ή «για να μην γίνουν οι πόλεις μοντέρνες φυλακές».

Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει δύο τινά: πρώτον ότι οι πόλεις δεν είναι φυλακές και πως με την αυτοοργάνωση θα …αποτραπεί η μετατροπή τους σε φυλακές και δεύτερον, ότι είναι μεν φυλακές αλλά με την αυτοοργάνωση θα …πάψουν να είναι.

Πρόκειται για μια ιδιαίτερα «περίεργη» πολιτική ακροβατισμού, όπου εξωραΐζεται το σύστημα επιβολής. Οι αναρχικοί έχουν συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα ότι οι πόλεις είναι φυλακές. Σύγχρονες ή μεσαιωνικές δεν έχει καμιά σημασία.

Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε μια άρνηση της πραγματικότητας. Αλλά και κάτι περισσότερο. Ο εξωραϊσμός μετατρέπει την φυλακή σε ανθοστόλιστη με κρεμαστούς κήπους. Τι μπορεί να προκύψει σε αυτή την περίπτωση; Τα κελιά θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, οι φυλακισμένοι το ίδιο, όπως και οι φύλακες. Συνεπώς το μόνο που θα μπορέσει να συμβεί είναι οι έγκλειστοι να …«αγαπήσουν» το κελί τους, σύμφωνα με την παλιά κομμουνιστική προτροπή προς τους κρατούμενους-μέλη του ΚΚΕ. (Το γνωστό «τρώγε το φαΐ σου, αγάπα το κελί σου, διάβαζε πολύ.»)

Στη δεύτερη περίπτωση, έχουμε την αυτοοργάνωση ως την θεραπεία για «πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» αφού μ’ αυτήν οι πόλεις θα …πάψουν να είναι φυλακές

Όλος αυτός ο ντόρος περί αυτοοργάνωσης δεν προήλθε από το πουθενά. Οι …«ζυμώσεις» έχουν «προϊστορία», όπως είπαμε. Συνεπώς, θα ήταν απίθανο, να μην επιχειρηθεί η επέκταση αυτής της διαδικασίας, συμπεριλαμβάνοντας στον κύκλο των ενδιαφερόντων της, αντιεξουσιαστές, ελευθεριακούς και αναρχικούς.

Άλλωστε, δεν έχουν λείψει οι κατά καιρούς αναφορές στην έννοια της αυτοοργάνωσης, χωρίς όμως να δίνεται η δυνατότητα να γίνει κατανοητή η σημασία, ο ρόλος και οι προοπτικές ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Θα μπορούσε να υποτεθεί πως είναι δύσκολο κάτι τέτοιο, αλλά εμείς θεωρούμε πως δεν ισχύει.

Αντίθετα, υπάρχει σιωπή ή αναφορά σε τετριμμένες διατυπώσεις όπως αντιιεραρχία, συλλογικές αποφάσεις, συνελεύσεις ανοιχτού ή κλειστού τύπου και, σε …«προχωρημένες» περιπτώσεις, αντικαπιταλισμός. Οι γενικότητες, όμως, δεν απαντούν σε πολύ συγκεκριμένες ερωτήσεις και απαιτήσεις που προβάλλει η κοινωνική και αντικρατική δράση και προοπτική όπως: Αυτοοργάνωση από ποιους και για ποιο σκοπό;

Αυτή, λοιπόν, η ασάφεια από τη μεριά όσων επικαλούνται την τοποθέτησή τους στο πλευρό των απελευθερωτικών διεργασιών, δεν μπορεί να καλυφθεί πίσω από διατυπώσεις του είδους …«δύσκολο πράγμα η αυτοοργάνωση». Αν υπάρχει κάποια δυσκολία σ’ αυτή τη διαδικασία, αυτή έγκειται στο να αποβληθεί η αναρχική θεώρηση και να υιοθετηθούν άλλες λογικές και δραστηριότητες. Αλλά όπως δείχνουν τα πράγματα «μόνο του σπανού τα γένια είναι δύσκολο να ξαναφυτρώσουνε από μόνα τους».

Ανεξάρτητα, πάντως, από αυτό, οι άνθρωποι θέλουν να γνωρίζουν «που πατάν και που πηγαίνουν». Όσοι λοιπόν πρωτοστατούν σε «εγχειρήματα» αυτοοργάνωσης, οφείλουν να έχουν σαφείς τοποθετήσεις σε σχέση με αυτά, για τις προθέσεις και τις προοπτικές που βάζουν και κατά πόσον όλα αυτά έχουν σχέση με την αναρχική προοπτική. Επειδή, σε κάθε ζήτημα κοινωνικού και αντικρατικού αγώνα οι ερωτήσεις είναι άμεσες και απαιτούν άμεσες και ξεκάθαρες απαντήσεις.

Το χρυσωμένο χάπι σ’ όλη αυτή την φαντασμαγορία των λέξεων είναι η αντιιεραρχία και οι συλλογικές αποφάσεις. Αντιιεραρχία, όμως, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση έλλειψη εξουσίας. Επειδή, εκτός από την ιεραρχική (κάθετη) άσκηση της εξουσίας, υπάρχουν και οι οριζόντιες εφαρμογές της (καθώς και πολλές ακόμη παραλλαγές). Αυτές είναι δυνατόν να σχετίζονται με ομόκεντρους ή τεμνόμενους κύκλους ή ακόμα και με σημεία που βρίσκονται εντός ή εκτός των διαφόρων κύκλων και συνδέονται με αυτούς με …διάφορες ευθείες.

Η εξουσία έχει βρει πολλούς τρόπους μετάλλαξης προκειμένου να διατηρήσει τη συνέχεια της επιβολής της.

Διαπιστώνουμε, λοιπόν, πως η αυτοοργάνωση βρίσκεται σε μια πλήρως ανταγωνιστική σχέση ως προς την κοινωνική απελευθέρωση.

Ερχόμαστε τώρα σε ένα άλλο σημείο που έχει σχέση με τη λεγόμενη νοηματοδότηση. Είναι με άλλα λόγια ένα ξαναβάφτισμα. Το ρόλο του «νονού», ανάμεσα σ’ άλλους, αναλαμβάνουν και διάφορες καταστασιακές προσεγγίσεις, που έχοντας επίγνωση της εφήμερης λάμψης που διαθέτει η αυτοοργάνωση θέλουν να την ανακαινίσουν.

Εδώ επαναλαμβάνεται η γνωστή ιστορία με τους καλόγερους όπου το κρέας βαφτίζεται ψάρι. Η νοηματοδότηση είναι ένα εγκεφαλικό προϊόν και όπως όλα του είδους του επιδιώκεται να επιβληθεί στην πραγματικότητα. Η καταστασιακή θολούρα έρχεται να αναζωογονήσει τα καταπονημένα εξουσιαστικά είδωλα. Αυτό άλλωστε είναι μια επαναλαμβανόμενη ιστορία.

Εννοείται πως όταν αλλάξει το νόημα θα πρέπει να αλλάξει και η ουσία; Αυτό δεν είναι κάτι το νομοτελειακό. Στην περίπτωση όμως αλλαγής της ουσίας τότε θα προκύψουν δύο συνθήκες. Η πρώτη να είναι να κατασκευαστεί ένας τραγέλαφος και η δεύτερη να μεταπέσει σε μια από τις υπάρχουσες μορφές οργάνωσης με άλλο όνομα. Οπότε, για ποιο λόγο να γίνει όλη αυτή η ανακατωσούρα;

Επειδή τίποτα δεν γίνεται άνευ λόγου και αιτίας, όλη αυτή η ανακατασκευή, προφανώς, γίνεται προκειμένου να εξυπηρετηθούν ορισμένοι σκοποί.

Ποιοι όμως είναι αυτοί οι σκοποί; Μήπως να ξεγελαστούν αγωνιζόμενοι άνθρωποι, να παραπλανηθεί η κοινωνία ή να παρουσιαστεί κάποιο εκσυγχρονιστικό προσωπείο στα μέσα που χρησιμοποιούνται για τον κοινωνικό αγώνα;

Από τη μία, λοιπόν η έτοιμη λύση της αυτοοργάνωσης και από την άλλη η εγκεφαλική κατασκευή της επανανοηματοδότησής της, που θα πρέπει να δοκιμαστούν στον κοινωνικό χώρο. Πειράματα στου κασίδη το κεφάλι! Όχι μόνο.

Πρόκειται για λογικές που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από την σκοπιά της αναρχικής απελευθερωτικής προοπτικής σε ό,τι αφορά τα δύο πρώτα ερωτήματα.

Σε σχέση, τώρα, με τη «εκσυγχρονιστική» πλευρά θα πρέπει να τονίσουμε πως τέτοιου είδους κόλπα χρησιμοποιούν όσοι θέλουν να εξαπατήσουν. Οι αναρχικοί δεν έχουν κανένα λόγο να το κάνουν, εκτός κι αν αρνηθούν την αναρχική τους υπόσταση και την απελευθερωτική προοπτική. Οπότε τα πράγματα αλλάζουν.

Προκειμένου να οργανωθούν οι αναρχικοί δεν έχει κανένα νόημα να χρησιμοποιήσουν ένα μέσο με εξουσιαστικές καταβολές. Είναι σαν να προσπαθούμε να ονομάσουμε τη Βουλή αναρχική κομμούνα. Όταν έχουν αναδειχθεί σημαντικές και λειτουργικές μορφές οργάνωσης των αναρχικών, τότε, το να επιχειρείται η «αναρχοποίηση» της αυτοοργάνωσης, είτε είναι άνευ ουσίας, είτε κρύβει ανομολόγητες προθέσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η ουσία του ζητήματος βρίσκεται αλλού. Στο ότι η εμπειρία έρχεται να μετουσιωθεί σε πράξη, μέσα από μία, όσο το δυνατόν, ολοκληρωμένη θεώρηση κι όχι μέσα από τις διάφορες κατασκευές.

Η συμμετοχή και πρόσκληση των αναρχικών σε αυτοοργανωμένες κινήσεις, είναι προφανές πως γίνεται στην προοπτική της συμμετοχής σε ένα πλέγμα ετερόκλητων και αντιτιθέμενων απόψεων και, συνεπώς, ανάλογων διαθέσεων. Τότε, οι αναρχικοί βρίσκονται στη κατάσταση να προσπαθούν να συμμετέχουν σε μια διαδικασία διατήρησης ισορροπιών σε ένα ανομοιογενές σύνολο. Αποδεχόμενοι ένα τέτοιο ρόλο θα κάνουν εκπτώσεις, επειδή, η κάθε μορφής «μαζικότητα», που παρέχεται με ευκολίες, απαιτεί θυσίες. Κι αυτές γίνονται και σε λόγο και σε δράση.

Βέβαια, στην περίπτωση της προσυνεννόησης, όταν δηλαδή έχει κατασκευαστεί εκ των προτέρων μια πλατφόρμα, τα αποτελέσματα παραμένουν ίδια, μόνο που στην περίπτωση αυτή έχουν σχέση με ένα «έγκλημα εκ προμελέτης».

Όσοι αποδέχονται όλη αυτή τη διαδικασία συνειδητά, θα πρέπει να ομολογήσουν πως αποδέχονται την Μαρξιστική – Λενινιστική – Σταλινική θεωρία του ρεφορμισμού των σταδίων. Δηλαδή, μέσω της αυτοοργάνωσης, να φτιαχτεί ένα σκαλί για το επόμενο βήμα κ.ο.κ. Αν είναι έτσι, τότε σημαίνει πως ντρέπονται να το διατυπώσουν ανοιχτά. Και καλά κάνουν. Γιατί αυτή η θέση είναι μια ουσιαστική άρνηση της αναρχίας.

Και μετά από όλα αυτά η ερώτηση που θα μας γίνει είναι: «Καλά όλα αυτά αλλά εσείς τι προτείνετε;».
Η Αναρχική Οργάνωση

Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουμε να προτείνουμε κάτι το πρωτόγνωρο και πρωτοφανές επειδή υπάρχουν δοκιμασμένα και αδιαμφισβήτητα λειτουργικά και αποτελεσματικά μέσα, που προωθούν τους αναρχικούς στόχους.

Η εμπειρία των αναρχικών μέσα στους κοινωνικούς και αντικρατικούς αγώνες έχει αναδείξει σημαντικούς τρόπους με τους οποίους οργανώνονται.

Είναι εξακριβωμένο –από όσα εκτέθηκαν προηγουμένως– πως, για τους αναρχικούς, το «εργαλείο» της αυτοοργάνωσης στέκεται εμπόδιο στην αναρχική δράση και προοπτική και ακόμα χειρότερα.

Προκειμένου να υπάρξει η δυνατότητα δράσης των αναρχικών, είναι απαραίτητη η οργάνωσή τους σε εκείνο το μέσο που τους επιτρέπει να εκφράζουν τις δυνατότητες, τις εμπειρίες και τις πρακτικές τους προς το σκοπούμενο: την αναρχία. Το μέσο αυτό είναι η αναρχική ομάδα.

«Αλλά», θα πει κάποιος, «αρκεί αυτή η γενική αναφορά για να καλύψει όλα τα προηγούμενα»;

Θεωρούμε πως όχι. Γι’ αυτό θα προσπαθήσουμε να αναφερθούμε σε κάποια σημαντικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την αναρχική ομάδα. Αυτό δεν σημαίνει πως η ζωντάνια και η δημιουργικότητα που ξεπηδούν από την ύπαρξη και τη δράση της, μπορούν να περιγραφούν και να ξεδιπλωθούν μέσα από κάποιες σελίδες γραπτών κειμένων. Υπάρχουν πολλά που θα μπορούσαν να κατατεθούν και αυτό κατατίθεται σαν μια υπόσχεση για μελλοντική καταγραφή.

Μετά από την συσσωρευμένη εμπειρία τόσων δεκαετιών αναρχικής δράσης και οργανωτικών προσπαθειών εκείνο που διαπιστώνεται είναι πως η αναρχική ομάδα εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό συστατικό, τον πυρήνα και το κύτταρο για την ανάπτυξη της αναρχικής κοινωνικής απελευθερωτικής δράσης.

Η Αναρχική Ομάδα δεν είναι μια απλή συνάθροιση ορισμένων ανθρώπων που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί και έχει σαφή διαφοροποίηση από την συλλογικότητα.

Στην τελευταία, το κοινό χαρακτηριστικό είναι ο κοινά εκφρασμένος λόγος. Στην αναρχική συλλογικότητα μπορούν να συμμετέχουν άτομα και αναρχικές ομάδες που συσπειρώνονται στη βάση ενός κοινού λόγου και μιας ή ορισμένων απόψεων. Δεν σημαίνει όμως, πως υπάρχει μια συνολικά κοινή άποψη που να εκφράζεται μέσω της Αναρχικής Θεώρησης.

Στην Αναρχική Ομάδα η διεργασία έχει πολύπλευρα χαρακτηριστικά. Εδώ, πλέον, το άτομο έρχεται να συμβάλλει και να εμπλουτίσει με τις εμπειρίες του τις διεργασίες που έχει θέσει σε λειτουργία η συλλογικότητα. Παράλληλα εμπλουτίζεται από την εμπειρία του κάθε ενός συντρόφου και συντρόφισσας που δρουν μέσα από την ομάδα, αποκτά δηλαδή την συνολικοποιημένη εμπειρία που έχει αποκτηθεί από τη δράση της ομάδας.

Οι δυνατότητες μιας ομάδας δεν καθορίζονται από κάποια όρια. Η δημιουργικότητα και η πολύπλευρη συμμετοχή γίνεται κτήμα όλων και ταυτόχρονα η επεξεργασία ζητημάτων που αφορούν τον αναρχικό αγώνα συνολικά, συνιστούν ουσιαστική συμβολή για το μέλλον.

Η αναρχική ομάδα δρα με συνέχεια, συνέπεια και σταθερότητα διευρύνοντας τους ορίζοντες τόσο της επεξεργασίας ζητημάτων, εμπλουτίζοντας την αναρχική θεώρηση, όσο και της δράσης. Το χαρακτηριστικό μιας αναρχικής ομάδας δεν είναι η αύξηση του αριθμού όσων την αποτελούν αλλά η ανιδιοτελής συνεισφορά στον απελευθερωτικό αγώνα των καταπιεσμένων, στην προοπτική της αναρχίας.

Είναι εύκολα αντιληπτό πως η ολιγάριθμη αναρχική ομάδα δεν είναι ευάλωτη στην διάβρωση από εχθρικούς προς την αναρχία παράγοντες. Ταυτόχρονα, η ύπαρξη αναρχικών ομάδων συνιστά ένα ουσιαστικό εμπόδιο στην κάθε προσπάθεια χρησιμοποίησης και διαστρέβλωσης των απελευθερωτικών απόψεων για σκοπούς που δεν εξυπηρετούν την αναρχία.

Μια αναρχική ομάδα μέσα από την πολύχρονη δράση της αποτελεί τον συνεκτικό κρίκο ανάμεσα σε χρονικές περιόδους αλλά και σε κοινωνικούς αγώνες που έχουν εκδηλωθεί. Συνδέει το χθες με το σήμερα συμβάλλοντας συνάμα στην δημιουργική δράση για το άμεσο και απώτερο μέλλον.

Η αναρχική ομάδα (εννοώντας πάντοτε τα άτομα που την αποτελούν κι όχι κάτι το υπερβατικό) σαν αντιθεσμικό και αντιδομικό μέσο αγώνα δεν κατασκευάζει θεσμούς, αλλά δημιουργεί σχέσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της δράσης και τις ιδιαιτερότητες όσων συμμετέχουν σ’ αυτήν. Η αποφυγή του ισοπεδωτισμού και η ανάδειξη με ουσιαστικό τρόπο της διαφορετικότητας είναι καθοριστικά χαρακτηριστικά της λειτουργίας της.

Η αναρχική ομάδα δεν κάνει πολιτική αλλά αναπτύσσει κοινωνική δράση. Αυτό σημαίνει πως δεν βλέπει τα πράγματα μονοδιάστατα, όπως γίνεται από τους τεχνικούς της εξουσίας. Η πολυδιάστατη αυτή αντιμετώπιση, παράλληλα με την ξεκάθαρη στάση απέναντι στις διαφοροποιήσεις και η σταθερή αντικρατική προοπτική είναι που καταστρέφουν τις τεχνητές πολώσεις με κοινωνικά κομμάτια.

Για τους αναρχικούς, για παράδειγμα, οι φυλακισμένοι είναι αντικείμενα βασανισμού από το κράτος. Αυτό δεν τους αθωώνει από κάθε ευθύνη. Αλλά και πάλι δεν ξεχνάμε πως η κατάσταση στην οποία οδηγήθηκαν δεν προέρχεται από τον κακό τους εαυτό αλλά από τις εξουσιαστικές και εκμεταλλευτικές συνθήκες που έχουν κατασκευάσει οι κρατούντες. Άρα, λοιπόν, ούτε με την ισοπεδωτική πολιτική άποψη που τους θέλει μόνιμα θύματα, ούτε και με την αντίστοιχη που τους εμφανίζει σαν θύτες. Σε κάθε περίπτωση το πρόταγμα της καταστροφής των φυλακών είναι αναπόσπαστο με αυτό της καταστροφής του κράτους. Αλλιώς υπάρχει η συνήθης μετάπτωση στο αίτημα της καταστροφής ΑΥΤΩΝ των φυλακών ή αλλαγής του ΤΡΟΠΟΥ «σωφρονισμού» (=βασανισμού). Αυτά όμως δεν είναι πράγματα που αφορούν τους αναρχικούς αλλά τους διαχειριστές και διεκπεραιωτές των κρατικών υποθέσεων.

Η αναρχική συναίνεση είναι το καθοριστικό στοιχείο της συναδέλφωσης στον κοινό αγώνα. Μια συναίνεση που επιτρέπει την πρακτική εφαρμογή μιας πρότασης σε περίπτωση διαφωνιών, αλλά και την δυνατότητα εξαγωγής συμπερασμάτων ύστερα από ενδελεχή ανάλυση των εμπειριών από την συγκεκριμένη δράση, αλλά και σε συνδυασμό με τις εμπειρίες από ανάλογου περιεχομένου δραστηριότητες. Η σφαιρική αντίληψη είναι μια διαρκής προσπάθεια να αντιμετωπίζονται τα όσα αφορούν την κοινωνική απελευθερωτική διεργασία. Αυτή τη σφαιρικότητα εξασφαλίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η αναρχική ομάδα.

Η αναρχική ομάδα έχει το δικαίωμα επιλογής της δράσης και της συμμετοχής σε διάφορα γεγονότα. Μια επιλογή που καθορίζεται από το κατά πόσο τα συγκεκριμένα δρώμενα μπορούν να συμβάλουν στην απελευθερωτική κοινωνική προοπτική ή απλώς θα αποτελέσουν μια διαδικασία αφομοίωσης των ανθρώπων στις διαδικασίες του κράτους και ενδυνάμωσης των μηχανισμών χειραγώγησης.

Οι τεχνοκράτες της πολιτικής έχουν ένα «εφεύρημα» που το χρησιμοποιούν αδιάκοπα προκειμένου να υποβαθμίσουν τη σημασία της αναρχικής στάσης στους κοινωνικούς αγώνες. Είναι το γνωστό παραμύθι σύμφωνα με το οποίο όσοι υποστηρίζουν την καθαρότητα απόψεων και δράσης μένουν παρατηρητές της κοινωνικής επανάστασης.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα και αηθέστερη συκοφαντία από αυτήν. Επειδή απλούστατα όσοι δεν βασίζονται σε απελευθερωτικές απόψεις και τις ανάλογες πρακτικές γίνονται αντικείμενα χρήσης για εξουσιαστικές επιδιώξεις. Το ζήτημα για τους αναρχικούς δεν είναι η άκριτη συμμετοχή στο οποιοδήποτε τζέρτζελο, αλλά να ξέρουν τί θα βγει από αυτή μας τη συμμετοχή.

Και το σημαντικότερο. Θα πρέπει να έχουμε την ικανότητα και τη δυνατότητα να συμπεράνουμε κατά πόσο αυτή η συμμετοχή μας θα μπορεί να είναι μέρος της συνολικότερης προσπάθειας και συμβολής μας στην απελευθέρωση των ανθρώπων από τα δεσμά του κράτους και των εκμεταλλευτών. Και σ’ αυτή τη στάση σημαντικότατη είναι η συμμετοχή μας σε αναρχική ομάδα. Η ανάδειξη της ουσιαστικής καθαρότητας των αναρχικών απόψεων και πρακτικών είναι ένα από τα συστατικά του αγώνα για την καταστροφή κάθε εξουσίας.

Οι αναρχικοί δεν παλεύουν για την συγχώνευση του κράτους με την κοινωνία, αλλά για να συμβάλλουν στην αποδέσμευση των ανθρώπων και της κοινωνίας από το κράτος και στην καταστροφή του, αναπτύσσοντας στο διηνεκές μια πάλη ενάντια στις εξουσιαστικές σχέσεις. (Αυτή ακριβώς η διατύπωση είναι ένα σαφές δείγμα τί εννοούμε μιλώντας για ουσιαστική καθαρότητα).

Οι φορείς των εξουσιαστικών απόψεων –και μάλιστα της αριστερής εκδοχής τους– διατηρούν, παρ’ όλα αυτά, για τους εαυτούς τους το δικαίωμα της μη συμμετοχής σε διάφορες δραστηριοποιήσεις, ντύνοντας με διάφορους πολιτικούς θεατρινισμούς αυτή τους τη στάση. Πολλές φορές μάλιστα δεν χάνουν την ευκαιρία να προσφεύγουν σε ιδεολογικές αναφορές για να δικαιολογηθούν.

Οι απολογητές του αλόγιστου ακτιβισμού και της προσπάθειας μετατροπής των αναρχικών σε βαστάζων, εργολάβων και διεκπεραιωτών των μεταρρυθμιστικών επιλογών, εύκολα ξεμασκαρεύονται όταν αντιμετωπίζουν απόψεις που ξεπηδούν μέσα από τη συλλογική επεξεργασία, που προσφέρει η εργασία της αναρχικής ομάδας.

Το μέγεθος της συμβολής της αναρχικής ομάδας μέσα στον κοινωνικό ανταγωνισμό είναι σημαντικότατο. Γι’ αυτό και οι καφενειακές και πεζοδρομιακές χυδαιολογίες και τα ψεύδη που κατά καιρούς εκτοξεύονται εναντίον των αναρχικών ομάδων προσφέρουν την χειρότερη υπηρεσία πρώτα στους ίδιους που τις εκφέρουν και δευτερευόντως στην ίδια την υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης. Αλλά, κυρίως, απευθύνονται σε εύπιστους και άπειρους ανθρώπους προκειμένου να επιτευχθούν χειραγωγικοί σκοποί.

Ποιος, άλλωστε, από τους υπέρμαχους της ατομικότητας μπορεί να ισχυριστεί πως δεν συνδιαμόρφωσε με άλλους ή δεν είναι φορέας απόψεων;

Συνεπώς έδρασε συλλογικά, αλλά με αποσπασματικό τρόπο. Αυτό είναι που πολλές φορές μπορεί να καταστήσει κάποιον φορέα απόψεων άλλων οργανωμένων καταστάσεων, ηθελημένα ή αθέλητα.

Στην προκειμένη περίπτωση η απατηλή εικόνα της αντιπαράθεσης ομάδας – ατόμου έρχεται να συνδυαστεί σε πολλές περιπτώσεις με την τεχνική που χρησιμοποιούν οι πολιτικοί. Κατασκευάζουν έναν αντίπαλο για να συσπειρώσουν σε σχέση με την αντίθεση προς αυτόν.

Η άρνηση της αναρχικής ομάδας και της δημιουργικής εργασίας που συντελείται μέσα σ’ αυτήν (και απ’ αυτήν) εάν δεν μπορέσει να δώσει ένα σαφές και ποιοτικά καλύτερο τρόπο οργάνωσης της δράσης και εμπλουτισμού των αναρχικών απόψεων με σκοπό την καταστροφή του κράτους και την αναρχία, μετατρέπεται σε μια διαλυτική πρακτική που στην «καλύτερη» περίπτωση μπορεί να φτιάξει ακτιβιστές. Αλλά, για αυτό το ζήτημα έχουμε ήδη αναφερθεί στο προηγούμενο φύλλο της ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (φ.81).

Για τους αναρχικούς, η αντιπαράθεση μεταξύ ατομικότητας και αναρχικής ομάδας είναι κατασκευασμένη και εξυπηρετεί τις συνήθεις πολιτικές σκοπιμότητες του ανταγωνισμού και της προώθησης «προσωπικοτήτων» και παραγόντων, που δρουν σαν κομματάρχες χωρίς ορατό κομματικό στρατό.

Η επιμονή μας κρατά χρόνια και θα διαρκεί όσο θα υπάρχει κράτος κι εκμεταλλευτικές-εξουσιαστικές σχέσεις: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΙ ΑΓΩΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ.

Πρωταρχικό στοιχείο οργάνωσης είναι η αναρχική ομάδα. Δεν χρειάζονται πολλά πράγματα για να δημιουργηθεί. Αρκεί το πάθος για την αναρχία. Κάποιες κατασταλαγμένες εμπειρίες και το πείσμα όσων αποφασίζουν να δράσουν πολύμορφα. Συμβάλλοντας στις απελευθερωτικές διεργασίες. Εμπλουτίζοντας εμπειρίες.

Άλλωστε, η λειτουργικότητα της αναρχικής ομάδας μέσα στον κοινωνικό αγώνα αλλά και ευρύτερα στον κοινωνικό ανταγωνισμό, έχει σχέση με τη συμβολή της στη διαμόρφωση και ανάπτυξη της αναρχικής θεώρησης μέσα από τη διαπάλη απόψεων και το ξεκαθάρισμα των εμπειριών. Γεγονός που σημαίνει την καταγραφή και την έκθεση των απόψεων και των στόχων και αυτό μέσα από τα ζητήματα που θέτει κάθε φορά η πραγματικότητα του αγώνα για την καταστροφή του κράτους και για την αναρχία. Γιατί έχουμε μπουχτίσει από τα πολιτικά τερτίπια και τις υπεκφυγές. Η αναρχία απαιτεί θάρρος όχι μόνο στη δράση αλλά και στην ανοιχτή κατάθεση απόψεων, που να δοκιμάζονται μέσα από την πραγματικότητα που ζούμε.

Για τους αναρχικούς, που θεωρούν πως ο αγώνας για την αναρχία δεν είναι μια απλή ενασχόληση, αλλά τρόπος ζωής και συνεχούς αντικρατικής δράσης, η επιλογή των μέσων δράσης έχει καθοριστική σημασία.

«Με ξένα κόλλυβα δεν μπορείς να κάνεις μνημόσυνο», συνηθίζει να λέει ο κόσμος. Και έχει δίκιο.

Δεν παίρνουμε τις έτοιμες λύσεις και τα θεωρητικά κατασκευάσματα των εξουσιαστικών θεωριών. Επειδή δεν χρειαζόμαστε δάνεια προκειμένου να συμβάλλουμε στην αναρχική κοινωνική επανάσταση. Έχουμε καταξιωμένα μέσα που έχουν αναδειχθεί από την πολύχρονη αντικρατική δράση. Αυτά είναι η Αναρχική Ομάδα, η αναρχική συλλογικότητα, η αναρχική πρωτοβουλία, η Συνεργασία ανάμεσα σε Αναρχικές ομάδες και άτομα, που δημιουργούν συγκεκριμένο τρόπο οργάνωσης και δράσης. Δημιουργούμε και δεν παπαγαλίζουμε. Δυναμώνουμε αυτά τα μέσα του αναρχικού αγώνα και δεν δεχόμαστε την αντικατάστασή τους με εξουσιαστικές καρικατούρες. Επεξεργαζόμαστε εμπειρίες και διορθώνουμε τα λάθη μας.

Γνωρίζουμε πως κάθε δάνειο, με σκοπό τη μαζικότητα, ξεπληρώνεται με υλικούς και άυλους τρόπους. Στην προκειμένη περίπτωση το κόστος για την κοινωνική διαπάλη είναι ανυπολόγιστο και φέρνει αποτελέσματα τελείως αντίθετα προς τους σκοπούς των αναρχικών. Οι συνέπειες αυτού του είδους είναι να μετατρέπονται τα δάνεια σε δεκανίκια στήριξης του κρατισμού και των εξουσιαστικών – εκμεταλλευτικών σχέσεων. Να βοηθούν στον μετασχηματισμό και την ενίσχυση του κράτους.

Και σε μια τέτοια κατάσταση δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να είμαστε ανταγωνιστικοί σε απόλυτο βαθμό.

Συσπείρωση Αναρχικών

(Δημοσιεύτηκε στη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, Φύλλο 82, Φεβρουάριος 2009)